Στο εσωτερικό της Ρωσίας, από την πρώτη στιγμή της εισβολής στην Ουκρανία, πραγματοποιούνται εκδηλώσεις διαμαρτυρίας. Το καθεστώς απαντά με μαζικές συλλήψεις και όχι μόνο. Από το nomadicuniversality.com αναδημοσιεύω την επιστολή μιας τέτοιας φωνής
της Οξάνα Τιμοφέεβα
Από την πρώτη μέρα του πολέμου γίνονται διαδηλώσεις σε όλη τη Ρωσία, οι οποίες παίρνουν διάφορες μορφές. Η κύρια μορφή είναι οι καθημερινές «γιορτές» του δρόμου. Οι λέξεις «βαδίζω» ή «κάνω περίπατο» στη σύγχρονη ρωσική πολιτική γλώσσα δηλώνουν πορείες και συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας. Η σύγχρονη ρωσική νομοθεσία απαγορεύει τις αντιπολιτευτικές συγκεντρώσεις. Επισήμως, επιτρέπονται μόνο απλές πικετοφορίες, αλλά όσοι τις κάνουν συνήθως συλλαμβάνονται από την αστυνομία. Έτσι, οι άνθρωποι απλώς συνεννοούνται και βγαίνουν στους δρόμους, κινδυνεύοντας να συλληφθούν. Το πρωί της 24ης Φεβρουαρίου, λίγες ώρες μετά την είσοδο των ρωσικών στρατευμάτων στο ουκρανικό έδαφος, ο κόσμος συνειδητοποίησε ότι κάτι τερατώδες, αφόρητο είχε συμβεί. Ένας ένας άρχισαν να γράφουν στα κοινωνικά δίκτυα ότι ήρθε η ώρα για μια μεγάλη βόλτα. Το ίδιο απόγευμα, ο κόσμος βγήκε στους δρόμους των πόλεων με συνθήματα «Όχι στον πόλεμο!».
Η πρώτη μέρα ήταν τρομακτική, κανείς δεν ήξερε τι αντίδραση να περιμένει από την αστυνομία, ποιο θα ήταν το επίπεδο βίας. Μετά από μια εβδομάδα διαμαρτυριών, ο κόσμος, μου φαίνεται, έχει ήδη πάψει να φοβάται. Η κατάσταση της κοινωνίας μας είναι τόσο καταστροφική που ο κόσμος συνειδητοποιεί ότι δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε. Κατά συνέπεια, πολλοί είναι έτοιμοι να ρισκάρουν –δεν φοβούνται τη φυλακή, δεν φοβούνται μήπως χάσουν τη δουλειά τους και, γενικά, δεν φοβούνται τίποτα. Θέλω πολύ να κάνω κάτι για να τελειώσει επιτέλους αυτός ο πόλεμος, για τον οποίο νιώθουμε ενοχές, ντροπή, άγχος, φρίκη.
Οι άνθρωποι κατακτούν δεξιότητες ψηφιακής ασφάλειας, δημιουργούν δίκτυα αλληλεγγύης παρακάμπτοντας την επίσημη λογοκρισία, τις απαγορεύσεις και τους αποκλεισμούς, συντάσσουν υπομνήματα για κρατούμενους, κανάλια για γρήγορη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τον συντονισμό των πορειών, νομική υποστήριξη, υλική βοήθεια σε όσους έχουν πέσει στα νύχια της αστυνομίας. Βεβαίως, λόγω ορισμένων δυτικών κυρώσεων, ο συντονισμός των δράσεων διαμαρτυρίας και αντίδρασης γίνεται όλο και πιο δύσκολος –ας πούμε, λόγω της απόσυρσης της Visa και της Mastercard από τη Ρωσία, οι άνθρωποι δεν μπορούν να συνδεθούν σε υπηρεσίες VPN με χρέωση και κινδυνεύουν να αποσυνδεθούν ανά πάσα στιγμή. Ανάμεσα στους διαδηλωτές υπάρχουν άνθρωποι διαφορετικών ηλικιών και επαγγελμάτων. Ιδιαίτερα αξιοσημείωτες είναι οι φοιτητικές και φεμινιστικές πρωτοβουλίες. Για τις φεμινίστριες ήταν ιδιαίτερα δύσκολο. Ακόμη και πριν τον πόλεμο, υφίσταντο καταστολή και εκφοβισμό, διότι η ρωσική μιλιταριστική ιδεολογία είναι πάνω από όλα πατριαρχική. Για παράδειγμα, στις 6 Μαρτίου έγινε η μεγαλύτερη δράση διαμαρτυρίας στη Ρωσία. 5.000 άνθρωποι συνελήφθησαν και δεν επιτράπηκε να μιλήσουν με δικηγόρο. Υποβλήθηκαν σε ηλεκτροσόκ, τα τηλέφωνά τους κατασχέθηκαν, κάποιοι υπέστησαν βασανιστήρια.
Υπάρχουν επίσης πιο ήπιες μορφές διαμαρτυρίας –για παράδειγμα, η «σιωπηλή πικετοφορία»: οι άνθρωποι χρησιμοποιούν αντιπολεμικά σύμβολα στην καθημερινή ζωή, ρούχα κ.λπ. Άλλος κολλάει αυτοκόλλητα, μοιράζει φυλλάδια –αλλά κι αυτό είναι πολύ επικίνδυνο. Υπήρξαν περιπτώσεις όπου η αστυνομία βρήκε ανθρώπους που κολλούσαν αντιπολεμικά αυτοκόλλητα χάρη στις εξωτερικές κάμερες παρακολούθησης, που είναι πλέον πολλές. Σε γενικές γραμμές, δεν τα παρατάμε, αλλά είμαστε λίγοι, και οι πληροφορίες ακόμη και για πιο μαζικότερες διαδηλώσεις δεν φτάνουν σε πολύ κόσμο, επειδή στη Ρωσία τα κύρια περιοδικά, οι εφημερίδες, οι πόροι του Διαδικτύου έχουν κλείσει και έχουν αφεθεί να λειτουργούν μόνο τα επίσημα ΜΜΕ, τα οποία μεταδίδουν μία προπαγάνδα όλο το εικοσιτετράωρο, τον μιλιταρισμό. Μας λείπουν οι πόροι για να κάνουμε το ρωσικό ειρηνιστικό κίνημα ορατό στη χώρα και εκτός αυτής. Χρειάζεται υποστήριξη ώστε οι άνθρωποι να αισθάνονται ότι οι προσπάθειές τους δεν είναι μάταιες.
Κατά τα λοιπά, πώς αντιδρά η ιντελλιγκέντσια σε όσα συμβαίνουν; Πολλοί φεύγουν ή έχουν ήδη φύγει. Παράτησαν τα πάντα και ξεκίνησαν για το πουθενά –όσοι μπορούσαν ή είχαν χρόνο να μετακομίσουν στην Ευρώπη, άλλοι πήγαν στις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ, όπου πετούν ακόμα αεροπλάνα –Καζαχστάν, Αρμενία, Ουζμπεκιστάν- ή όπου οι Ρώσοι γίνονται δεκτοί χωρίς βίζα –όπως στην Τουρκία. Οι άνθρωποι φεύγουν από τη Ρωσία προσπαθώντας να πάρουν τις οικογένειες και τα παιδιά τους, γιατί δεν έχουν την αυταπάτη ότι έχουν μέλλον εδώ. Οι περισσότεροι φίλοι μου είναι ήδη στο εξωτερικό και εκεί ραγίζει η καρδιά τους. Eκείνοι που μένουν, και που δεν έχουν ούτε ελπίδα ούτε δύναμη να πολεμήσουν, απομονώνονται, πέφτουν σε κατάθλιψη, κάποιοι πίνουν, κάποιοι σκέφτονται την αυτοκτονία. Κι εγώ τη σκέφτηκα. Αγωνιώ για τους φίλους μου στη Ρωσία, ότι θα έρθει η αστυνομία να τους αναζητήσει, αγωνιώ για συγγενείς και γνωστούς στην Ουκρανία. Αισθάνομαι άμεσα σωματικά την αναστάτωση και τη φρίκη, τα χέρια μου τρέμουν. Το μόνο πράγμα που βοηθάει είναι να βρω τα δικά σας χέρια και να προσπαθήσουμε μαζί να κάνουμε κάτι.
Είμαστε πλέον στριμωγμένοι μεταξύ δύο πυρών. Η εξωτερική πολιτική της χώρας μας είναι ο πόλεμος, η εσωτερική πολιτική είναι ο τρόμος. Αυτά τα δύο πράγματα δεν μας έπεσαν ξαφνικά στο κεφάλι, αλλά αναπτύχθηκαν με τα χρόνια από τη στιγμή που ο Πούτιν ανέβηκε στην εξουσία, από το 2000. Ποτέ δεν είχε κάποια σαφή ιδεολογία, αλλά είχε έναν στόχο –να διατηρήσει την εξουσία με κάθε κόστος, και για το στόχο αυτό υπήρχαν δύο δοκιμασμένα μέσα: η καταστολή και οι στρατιωτικές επιχειρήσεις. Πρώην ακτιβιστές και αντιφρονούντες θυμούνται ότι τα μέλη της ΟΜΟΝ [τα ρωσικά ΜΑΤ -σ.τ.μ.] έχουν μακρά ιστορία ξυλοδαρμών εις βάρος όποιου διαφωνεί με τις πολιτικές του Πούτιν. Στη δεκαετία του 2010, οι προεδρικές εκλογές τελικά μετατράπηκαν σε φάρσα –δεν είχε καμιά σημασία ποιον ψηφίσαμε (μετά από εκτεταμένη νοθεία, ο Πούτιν κέρδισε ούτως ή άλλως). Ταυτόχρονα, οι μηχανισμοί πολιτικής καταστολής γιγαντώνονται, η αστυνομική βία εντείνεται και νέοι πολιτικοί κρατούμενοι εμφανίζονται.
Αλλά η κυβέρνηση χρησιμοποίησε και πιο αποτελεσματικά μέσα.
Ο σκοπός της καταπολέμησης της εσωτερικής δυσαρέσκειας του κόσμου με το υπάρχον σύστημα διακυβέρνησης, ο κύριος μηχανισμός του οποίου ήταν η βία και η εκτεταμένη διαφθορά σε όλα τα επίπεδα, ονομάζεται στρατιωτικές επιχειρήσεις. Ο Πούτιν έγινε για πρώτη φορά πρόεδρος μετά τον πόλεμο στην Τσετσενία, μετά τον οποίο, με τίμημα ανθρώπινες ζωές, η Ρωσία κατέκτησε τον έλεγχο αυτού του εδάφους. Ήρθε δηλαδή με τον πόλεμο. Η επιθετική εξωτερική πολιτική είναι ένα ισχυρό ιδεολογικό εργαλείο: σου εξασφαλίζει τη στήριξη αρκετά μεγάλου μέρους του πληθυσμού. Η κήρυξη πολέμων βοήθησε, και βοηθά και τώρα, την παρούσα κυβέρνηση να κρατήσει μαζί της τους ψηφοφόρους· ακόμα κι αν η χώρα μας βρεθεί σε πλήρη απομόνωση, φτώχεια και καταστροφή –και αυτό θα συμβεί πολύ σύντομα– θα υπάρχουν πάντα αυτοί που θα ψηφίσουν καλόπιστα τον Πούτιν στο επόμενες προεδρικές εκλογές το 2024. Για αυτές ακριβώς τις εκλογές η Ρωσία ξαναέγραψε από την αρχή το σύνταγμα το 2020, ώστε να επιτρέπει την ισόβια προεδρία του Πούτιν. Πολλά μέλη της φιλελεύθερης ιντελλιγκέντσιας έχουν πάρει κριτική απόσταση από τις πολιτικές του Πούτιν από τη δεκαετία του 2010, όταν ξεκίνησαν οι ανοιχτές καταστολές και οι περιορισμοί στις ελευθερίες. Το πρόβλημα όμως ήταν αλλού. Όπως έγραψε ένας συνάδελφος στο Facebook (δεν θα τον κατονομάσω για λόγους ασφαλείας –έχουμε αυστηρή λογοκρισία): ενώ νομίζαμε ότι πολεμούσαμε τον σταλινισμό, εκτρέφαμε τον φασισμό.
Η Οξάνα Τιμοφέεβα είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια πολιτικής επιστήμης και κοινωνιολογίας στο πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης, ερευνήτρια στο ινστιτούτο φιλοσοφίας της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών και μέλος της καλλιτεχνικής ομάδας Chto Delat.
Το παραπάνω κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στην Frankfurter Allgemeine Zeitung στις 15/3/22. Μετάφραση: Ακης Γαβριηλίδης, από την γαλλική απόδοση.