Η αγάπη του Θεού στο τρίτο φύλο

Οφείλω να ομολογήσω πως δεν διέπομαι από θρησκευτικά αισθήματα και ότι τείνω μάλλον στον αγνωστικισμό. Αφού έγινε εκ μέρους μου αυτή η παραδοχή, επιθυμώ να δηλώσω ότι με χαρά και περηφάνια ο Τοποτηρητής φιλοξενεί το άρθρο της συγγραφέα κ.Ρούλας Γαλάνη. Πρόκειται για ένα όμορφο κείμενο – τοποθέτηση που φανερώνει πως ο χώρος των θρησκευομένων ανθρώπων, δεν στερείται από σκεπτόμενες και κατ’ ουσίαν προοδευτικές προσωπικότητες. Σας παροτρύνω θερμά να το διαβάσετε με προσοχή.

Περπατούσα κι η σκέψη μου ήταν στους περιφρονημένους της ζωής, στους περιθωριακούς, στους αμαρτωλούς του Ευαγγελίου. Μ’ αυτούς που ο Χριστός συνέτρωγε και οι Φαρισαίοι τον κατηγορούσαν, τόσο για τις σχέσεις του μαζί τους, κι Εκείνος απαντούσε, οτι «ού χρείαν έχουσιν ιατρού οι υγιαίνοντες, αλλ’ οι κακώς έχοντες», όσον και για τον τρόπον που δεν έπλυναν τα χέρια τους στην τράπεζα φαγητού οι μαθητές του κι εκείνος απαντούσε, ότι «ου το εισερχόμενον εις το στόμα κοινοί τον άνθρωπον, αλλά το εκπορευόμενον εκ του στόματος». Μέχρι τότε τα κατά τους Εβραίους ακάθαρτα δεν ήταν βρώσιμα. Κι όταν οι μαθηταί ρωτούν , «Κύριε, δεν βλέπεις, ότι αυτοί σκανδαλίστηκαν;», ο Χριστός απαντάει, «Πάσα φυτεία ήν ουκ εφύτευσεν ο Πατήρ μου εκριζωθήσεται. Άφετε αυτοίς …. οδηγοί εισί τυφλοί τυφλών».

Οι θυσίες έχουν σταματήσει, η αργία του Σαββάτου δίνει την θέση της στην ημέρα της Κυριακής, η εντολή της περιτομής καταργείται με το βάπτισμα, οι παιδαγωγικοί κανόνες χάνουν την σημασία τους μεγαλώνοντας τα παιδιά, πολλές διατάξεις του ανθρώπινου νόμου χάνουν το νόημα και τη σημασία τους μπροστά στην Αλήθεια και τη Θεία Αποκάλυψη. «Αγαπάτε αλλήλους….Τα δε εκπορευόμενα εκ του στόματος εκ της καρδίας εξέρχεται, κακείνα κοινοί τον άνθρωπον».

Ο νους τρέχει στους ανθρώπους τους αδικημένους από την ρυπαρότητα της καρδιάς μας και την θολή λογική της παρωπίδας. Την πολιτική της ετικέτας. Την ρατσιστική αντίληψη των επιλεκτικών μας κρίσεων και διακρίσεων. Την δαιμονική μας επιδίωξη της διαίρεσης και της μόνιμης γήινης εμφύλιας διαμάχης του κόσμου μας. Έχουμε χαρακτηρίσει και εξατομικεύσει μέσα μας, με τον τρόπο που μεγαλώσαμε, να στενεύουμε τα όριά μας στο να αποδεχόμαστε τις ετερότητες, κλείνοντας τις πόρτες ερμητικά, χωρίς ενσυναίσθηση γι’ αυτόν που στέκει μπροστά μας και ζητάει ανθρώπινη αντιμετώπιση, βοήθεια ή απλά ζεστή ανθρώπινη επαφή…

Έχουμε καλουπωθεί σε μια σέκτα Μάσκας για μια κοινωνική πραγματικότητα, που νομίζουμε, ότι δεν μας αφορά … εφόσον μπορεί το καθετί που μας ξενίζει ή μας απωθεί, να φυτρώνει στο σπίτι μας, στους ανθρώπους μας, στους συγγενείς μας, στους φίλους μας, στα αδέρφια μας, στα ίδια τα παιδιά μας …

Και μείς ; Πώς αντιμετωπίζουμε αυτήν την χτισμένη καθωσπρεπίστικη υποκριτική; Υποκρινόμενοι τους αδιάφορους, τους αρνητές ή στην χειρότερη περίπτωση, τους πολέμαρχους υπέρ της αρετής και του ορθού, όταν οι ίδιοι είμαστε γεμάτοι τρωτά και ευτελή μειονεκτήματα, περιορισμένη αντίληψη, γνώση και διάθεση.

Περπατούσα και σκεπτόμουν τον άνθρωπο στην παραδείσια κατάσταση από την οποία ξεκίνησε και μπορεί να επιστρέφει μετά το βιοτικό τέλος του, ενθυμούμενη το Ευαγγέλιο με τους επτά αδελφούς και την ίδια γυναίκα που νυμφεύτηκαν ένας- ένας , πεθαίνοντας μια μέρα χωρίς να αποκτήσουν κλήρο .

Όταν ρωτούν σε ποιόν απ’ όλους τους αδελφούς θα ανήκει η γυναίκα στην άλλη ζωή, ο Χριστός φανερώνει την αγγελική φύση των όντων, όπως υπάρχει μετά θάνατον … Επίσης θυμήθηκα την ρήση του Κυρίου στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο (Κεφ. 18, 19-3-12) περί των ευνούχων στο τέλος αυτής της ιστορίας … Εκεί που πειράζουν οι Φαρισαίοι τον Χριστό, ρωτώντας τα αίτια, να διώξει κάποιος την γυναίκα του και να λύσει τον γάμο. Ο Κύριος δίδει τους λόγους από εποχής Μωυσέως, που καταργεί την γαμήλια ένωση στην Παλαιά Διαθήκη, επιτρέποντας να χωρίσει ο έγγαμος «δια την σκληροκαρδίαν υμών». «Από την αρχή όμως δεν έχει γίνει έτσι», επισημαίνει ο Χριστός. Όταν οι μαθητές του καταφαίνονται για το ότι δεν συμφέρει να νυμφεύονται, Εκείνος απαντά, ότι «Ου πάντες χωρούσι τον λόγον τούτον, αλλ’ οίς δέδοται». Για ποιους μιλάει ο Χριστός; Εξηγεί, ότι υπάρχουν 1.- «ευνούχοι εκ κοιλίας μητρός , οίτινες εγεννήθησαν ούτω», 2.- «ευνούχοι, οίτινες ευνουχίστηκαν υπό των ανθρώπων», 3.- «ευνούχοι, οίτινες ευνούχισαν εαυτούς δια την βασιλείαν των ουρανών». Πάνω σ’ αυτό, «Ο δυνάμενος χωρείν χωρείτω», τονίζει ο Κύριος και σπάζει το οχυρό του εγωισμού, τους μοχλούς της υποκρισίας του κατεστημένου, του δήθεν και του φαίνεσθαι, κόντρα στον Ιουδαικό νόμο. Αυτός ο λόγος των ευνούχων, που δεν ακούμε στα κηρύγματα, αφορά λοιπόν αυτούς στους οποίους δύναται να χωρεί ο λόγος. Όχι για την κατηγορία των υπολοίπων. Και ποιους αφορά; Αυτούς που δεν έχουν σχέση σεξουαλική με γυναίκες. Μια κατηγορία ανθρώπων, οι οποίοι ζουν με τους υπόλοιπους, λειτουργικοί καθ’ όλα, φυσικός κόσμος … που όμως στην γενετήσια ανάπτυξη και ωρίμανση δεν έχει καμία συνάφεια με την ετερόφυλη σχέση, την γαμήλια ετερόφυλη ένωση. Δείχνει ξεκάθαρα ακόμα πως δεν είναι αυτοσκοπός ο γάμος.
Η εκκλησία σ’ αυτό τον απέραντο μεγεθυντικό φακό που στήνει ο Χριστός για την ανθρώπινη διάσταση, έχει φανατικά κλείσει τα μάτια, δεχόμενη την ευτεκνία , που ερμηνεύει πολυτεκνία, τον ιδανικό τύπο ζεύγους, που ο απόστολος Παύλος καθορίζει, όμως με κριτήρια πνευματικά , στο ποιος αποτελεί κεφαλή του σπιτιού, ανταποκρινόμενος στο Χριστό, ως κεφαλή της εκκλησίας. Ο Χριστός δεν επιλέγει φύλο. Στην εκκλησία Του συμπεριλαμβάνει, όσους αγαπούν τον Πατέρα μαζί Του. Όσους είναι πνευματικοί συγγενείς Του. Έχει μαθητές και μαθήτριες, αμαρτωλούς και αμαρτωλές, δίνει άφεση σε γυναίκες και άνδρες. Κοιτάζει στην καρδιά την πίστη και από την προαίρεση των πλασμάτων Του, ευλογεί και σώζονται. Δέχεται στους κόλπους της εκκλησίας Του τους πάντες και ποτέ δεν προσβάλλει τον τυφλό, τον χωλό, την συγκύπτουσα, την αιμορροούσα, τον κωφάλαλο, τον λεπρό, τον τρελό, τον δαιμονισμένο, την πόρνη, την ειδωλολάτρισσα, τον εξουσιαστή, τον ευνούχο κ.α. Και μάλιστα, πουθενά δεν αναφέρεται θαύμα στη σεξουαλική φύση του ευνούχου, να τον καταστήσει κάτι διαφορετικό, εφόσον το θέλημα του Πατρός είναι να υπάρχει και ο τύπος αυτός του ανθρώπου – το τρίτο φύλο, να πούμε – που κανένας δεν σήκωσε μπαϊράκι να σταθεί αντίθετος στον εβραϊσμό που πιπιλάει την καραμέλα της αμαρτίας, της δίωξης, του εξευτελισμού και της απόρριψης. Λες και το ότι, εφόσον γεννιούνται οι άνθρωποι με την ιδιαιτερότητά τους – όπως παρατηρείται σε πολλά είδη ζώων το ίδιο – πρέπει κατ’ αυτούς να εξοντώνονται, είτε «μετανοώντας» για την φύση τους, είτε αυτοκατακρίνοντας τα δεδομένα της φύσης τους, γινόμενοι εχθροί του Θεού που τους καθόρισε ως τέτοιους, έχοντας επικρίνει κατά εποχές αγάμους, ατέκνους και ομοφύλους, ως την άκαρπον συκή, που κατηραμένη εξηράνθη.
Βλέπουμε στον εκ γενετής τυφλό, είχαν ήδη την δεισιδαιμονική αντίληψη σχηματίσει, ότι αν δεν έφταιγε ο ίδιος για τον μώμο, «το σημάδι», όπως το έλεγαν, κάποιος γονιός του θα είχε διαπράξει μεγάλη αμαρτία για την αναπηρία του. Ο Χριστός όμως τους αποστομώνει, ότι δεν υπάρχει αυτό, αλλά, ότι προς δόξαν Θεού θα οδηγηθεί ο άνθρωπος στο θαύμα της ίασης.
Πραγματικά λυπηρό για την εκκλησία να εμμένει στις Ιουδαϊκές αντιλήψεις της εποχής του Αποστόλου Παύλου, περιορίζοντας την ερμηνεία των Σοδομιτών της Παλαιάς Διαθήκης και του Αποστόλου, όταν το αναφέρει ο ίδιος, ως περιστατικό αμαρτίας στον Ρωμαϊκό κόσμο, βλέποντας την εν γένει χαλάρωση των ηθών και έχοντας τους λόγους του … Στα Σόδομα περισσότερο για μας εξαίρεται η μεταμόρφωση της γυναίκας του Λωτ σε στήλη άλατος, εφόσον κοίταξε πίσω το συμφέρον του παλαιού κόσμου και κόμπιασε, περιέργησε ή δείλιασε να προχωρήσει στην νέα κτίση της ψυχικής καθαρότητας και εξαγιασμού.

Η Στρατευομένη Εκκλησία εστιάζει την αμαρτία στην σεξουαλική ετερότητα και όχι στην μέθη, στην αλητεία, στην ασέβεια, στον σατυρισμό και στην αποκτήνωση, αφού και αναγκάστηκε ο ίδιος ο Λωτ να προσφέρει τις κόρες του βορά στα σιχαμερά ανθρωπόμορφα τέρατα, στους βιαστές και στους σαλεμένους προκειμένου να σώσει τους καλεσμένους του. Τα αμαρτήματα των Σοδόμων, ανάλογα με των Συβαριτών, ήταν η έλλειψη βοήθειας σε φτωχούς, η υπερηφάνεια και η έλλειψη φιλοξενίας σε αλλοδαπούς (Πέτρος Βασιλειάδης, καθηγ. Θεολογίας στο «Η προς Ρωμαίους στην νεότερη βιβλική επιστήμη.Ενδεικτικά παραδείγματα»). Στην προς Ρωμαίους επιστολή του ο Απόστολος Παύλος (κεφ. 1-26-27) αναφέρεται στην ομοφυλοφιλία. Πώς όμως ; Την σεξουαλική δραστηριότητα των «πορνών, βιαστών, αρσενοκοιτών, την βιοτήν ειδωλολατρών, μέθυσων και λοίδορων ανθρώπων, κλεπτών και πλεονεκτών» καταδικάζει διάπυρος ο Παύλος, που έχει έλθει σε επαφή με τον φωτεινό κόσμο του ουρανού και επιποθεί όσο τίποτα την μεταμόρφωση του άδικου κόσμου του «απατεώνος αιώνος». Στην επιστολή προς Τιμόθεο μιλάει για «ανόμους, ανυποτάκτους, ασεβείς, αμαρτωλούς, ανόστους, βεβήλους, ταις πατρολώαις και μητρολώαις» (πατροκτόνους και μητροκτόνους), «ανδροφόνους, επιόρκους, ψεύστες» και «ει τι έτερον τη υγιαινούση διδασκαλία αντίκειται» . Ο Απόστολος Παύλος ομιλεί για το σεξουαλικό έγκλημα, τον εξαναγκασμό σε διαστροφή, με όλο το «πακέτο» της άθλιας συμπεριφοράς που βίωναν στην εποχή του άνδρες, γυναίκες, παιδιά και δούλοι. Άλλωστε, τα παιδιά και δούλοι ήταν res (πράγμα), που μπορούσε να καταστρέψει ο ιδιοκτήτης παντί τρόπω κατά βούληση.
«Για τον Απόστολο Παύλο ο άνθρωπος δεν προσδιορίζεται από την φύση του, είτε αυτή είναι η σωματική του υπόσταση, είτε ο κόσμος που τον περιβάλλει, αλλά από την σχέση του με τον Θεό και τους συνανθρώπους του Δεν επιτυγχάνεται η σωτηρία μέσω της άρνησης της σωματικότητας ή της τήρησης κωδίκων σεξουαλικής συμπεριφοράς. Η ενοχή των πρωτοπλάστων ήταν η παρακοή του νού, όχι συνδεδεμένη με την σεξουαλικότητα, αλλά με την θνητότητα και την φθαρτότητα» (Π. Βασιλειάδης ο.π.). Δεν είναι ροπή στο κακό η «σάρξ», αλλά η ροπή στην σάρκα. Όταν δηλαδή ο άνθρωπος στηρίζει σ’ αυτή την ύπαρξή του. Όταν λατρεύει την Φύση και περιφρονεί τον Κτίστη.
Δεν έφτιαξε ο Θεός ανθρώπους, που θα υπηρετήσουν την φύση τους και ανθρώπους που θα πρέπει να την ξεπεράσουν για να ζήσουν . Μπορεί να ζουν ανάμεσά μας άνθρωποι με ανεπάρκειες και προβλήματα, όμως «ουδείς εστί τέλειος, ει μη μόνον ο Θεός». Ας τακτοποιεί ο καθένας τον εαυτό του συμβάλλοντας στο αγαθό και ασκούμενος με πρότυπο τον Χριστό. Ας αφήσει κατά μέρος τις επικρίσεις για τους συνανθρώπους του. Ο Κωνσταντίνος Γαρδίκας (1896-1984) Καθηγητής της τότε νεοϊδρυθείσας έδρας της Εγκληματολογίας στην Ελλάδα, ο κύριος ιδρυτής των Εγκληματολικών Υπηρεσιών, αναφέρεται σε αληθή και ψευδή τύπο ερμαφρόδιτου, όπως η επιστήμη διαχώριζε τότε με τα ανάλογα χαρακτηριστικά. Σήμερα έχει αυτό το θέμα αναλυθεί και επικυρωθεί στο εύρος του από την Νευροενδοκρινολογία για τους ομοφυλόφιλους. Δεν κρύβονται οι άνθρωποι πλέον στα σκοτάδια, δεν ποινικοποιούνται οι σχέσεις τους, δεν εγκλείονται στα ψυχιατρεία και δεν απομονώνονται κοινωνικά, όπως γινόταν παλαιότερα. Ας σταματήσουν λοιπόν να συμβάλλουν στο έγκλημα οι «ιεροεξεταστές», καταντώντας τους ομοφυλόφιλους σωματοκτόνους ή ψυχικά ανάπηρους, ώστε να επιδιώκουν να ακρωτηριάζουν τα όργανά τους για να ενταχθούν στα αξιακά πρότυπα που τους επιβάλλονται. Στις Πράξεις των Αποστόλων ο Απόστολος Φίλιππος βαπτίζει τον ευνούχο Αιθίοπα, δυνάστη Κανδάκης της βασίλισσας των Αιθιόπων, που μελετά Ησαϊα, εφόσον το Άγιον Πνεύμα τον οδηγεί στην άμαξα του ευνούχου . Αυτού του είδους τα αξιακά πρότυπα αισθητικής της εποχής μας, έχουν αποστερήσει τους ανθρώπους, γυναίκες και άνδρες, να μην δέχονται τον εαυτό τους, να μην ωριμάζουν, να μην δέχονται την φυσική τους γήρανση κι επίσης έχουν δυστυχώς επηρεάσει πολλούς με τις συστάσεις εγχειρίσεων αναδόμησης και ανάπλασης σωμάτων και προσώπων, χωρίς να υπάρχουν δυσμορφίες από έλλειψη υγείας ή ατυχήματα. Εξυπηρετούν οικονομικά ένα τεράστιο forum , διαλύοντας πολλές φορές τις προσωπικότητες των ανθρώπων, καθιστώντας τους έρμαια των διαφημίσεων και των επικίνδυνων σκευασμάτων, που κυκλοφορούν ανέλεγκτα, απογοητευμένους και ανισόρροπους στο τι ζητάει ο Θεός από τον άνθρωπο.

«Ο Θεός πάντας θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν». Αυτό το μέγιστο κεφάλαιο της ψυχής θα έπρεπε να είναι η μυστική εργασία του ανθρώπου και όχι ο εμφύλιος πόλεμος και η εξόντωση, ο φανατισμός και η εχθρότητα, η δουλεία, η εκμετάλλευση και η ανελευθερία των λάθος αποδοχών και της λάθος ερμηνείας σε ότι αφορά την ζωή και την δικαιοσύνη. Τελείωσα την διαδρομή μου με την σκέψη σ’ αυτό που αναφέρει ο Μάριος Μπέγζος (1996) στο βιβλίο του « Ψυχολογία της Θρησκείας» :
«Θάνατος και αγάπη είναι οι δύο πόλοι ανάμεσα στους οποίους αιωρείται η ζωή καθενός …».
Καλό Πάσχα σε όλους ! Καλή Ανάσταση !

Η συγγραφέας
Ρούλα Γαλάνη

*Η Ρούλα Γαλάνη με γονική καταγωγή από την Μεσσηνία, γεννήθηκε στα Χανιά της Κρήτης και μεγάλωσε μέχρι τα οκτώ της χρόνια στο Ηράκλειο. Στη συνέχεια έζησε στην Αθήνα, όπου και σπούδασε Νομικά, και κατόπιν εργάσθηκε ως δικηγόρος στην Πρέβεζα.
Έχει εκδόσει τις ποιητικές συλλογές:

Η Λύρα της ψυχής μου (αυτοέκδοση)

Το πέταγμα του γλάρου (1983)
Περιήλιο (Σοκόλη, 2016)
Όσο μετράει που αγαπήσαμε… – Ποίηση και δυο μικρά αφηγήματα (Εκδόσεις Γκοβόστη, 2019) 
Του νου το αγκάθι (Εκδόσεις Γκοβόστη, 2021)

και το βιβλίο:

Η μάσκα των εμμέτρων και μία πρόζα (Εκδόσεις Γκοβόστη, 2020) (πέντε έμμετρα θεατρικά έργα – τρία δράματα και δυο κωμωδίες)