Ζητείται ορθογραφία στο πανεπιστήμιο (αναδημοσίευση)

Το ακόλουθο άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στην ηλεκτρονική έκδοση της Καθημερινής. Κατά την κρίση μας, το γεγονός ότι ακόμη και οι φοιτητές των τμημάτων της Φιλοσοφικής Σχολής είναι ανορθόγραφοι, είναι κάτι μάλλον ανησυχητικό. Οι καθηγητές με τους οποίους μίλησε ο συντάκτης του άρθρου, Απόστολος Λακασάς, εξηγούν πως ενώ η εκμάθηση της ορθής γραφής της γλώσσας θεωρητικά είναι κάτι που το παιδί μαθαίνει στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, στην πράξη, κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να γίνεται. Φυσικά το πρόβλημα δεν οφείλεται αποκλειστικά στις δυσλειτουργίες του ελληνικού σχολείου. Αντιθέτως, η τεχνολογική πρόοδος στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και οι ευκολίες  που παρέχουν στην καθημερινή χρήση τους, φέρουν ικανό μέρος της ευθύνης. Το τρομακτικό είναι, επιπλέον, ότι παρατηρείται γενικά πρόβλημα τον γραπτό λόγο, στην ορθή σύνταξη και στην εφαρμογή των κανόνων της γραμματικής. Αρκετοί υποστηρίζουν πως το να είσαι ανορθόγραφος, δεν είναι τόσο σοβαρό ζήτημα. Δεν είναι έτσι τα πράγματα. Δίχως ορθή γραφή δεν μπορεί να υπάρχει σαφής επικοινωνία και κατανόηση ανάμεσα σε όποιον στέλνει ένα μήνυμα και σε εκείνον που το δέχεται. Επίσης, δίχως ορθή άσκηση του γραπτού λόγου δεν δύναται να υπάρχει λογοτεχνία κάποιου, έστω, επιπέδου. Ακόμα και μια άνω τελεία – που στην ουσία την έχουμε καταργήσει άτυπα – δηλώνει κάτι. Τέλος, ο ποιητής, αν θέλει να παίξει με τις συμβάσεις της καθιερωμένης γλώσσας – ακόμα και για να μπορέσει να τις ανατρέψει – χρειάζεται πρώτα να τις αφομοιώσει.

Ζητείται ορθογραφία στο πανεπιστήμιο
Φοιτητές, ακόμη και της Φιλολογίας, δυσκολεύονται να συντάξουν γραπτό χωρίς λάθη – Πού το αποδίδουν οι καθηγητές

Απόστολος Λακασάς

Χαμένοι σε ένα δάσος λέξεων, στίξης και παρερμηνειών όπου βρίθουν ορθογραφικά λάθη βρίσκονται, όχι μόνον μαθητές, αλλά και φοιτητές. Οι μαθητές σκοντάφτουν στη σωστή χρήση των επιθέτων και των επιρρημάτων, στις ρηματικές καταλήξεις, στους χρόνους, στους τόνους, στα σημεία στίξης. Ενας επιβαρυντικός παράγοντας για μαθητές και φοιτητές είναι η υπερχρήση της νέας τεχνολογίας. Δάσκαλοι, καθηγητές και πανεπιστημιακοί μιλούν στην «Κ» για… ακραία περιστατικά, τονίζοντας την ανάγκη διορθωτικών κινήσεων, καθώς η ορθογραφία δεν είναι μόνον η ορθή γραφή των λέξεων αλλά και η κατανόηση του νοήματός τους. Το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής έχει διαγνώσει το θέμα και ετοιμάζει παρεμβάσεις μέσα στο 2023.

Ο Βασίλης Γούναρης, καθηγητής στη Φιλοσοφική Σχολή του ΑΠΘ, υπαγόρευσε στους φοιτητές του ένα κείμενο που περιείχε τη λέξη «εκτιμάται/ε», αλλά χωρίς να προσδιορίσει το υποκείμενο. Πώς έπρεπε να γράψουν οι φοιτητές τη λέξη; Το υποκείμενο προσδιορίζει και την κατάληξη του ρήματος: «Γενικά εκτιμάται» ή «εσείς εκτιμάτε». Από τη συνέχιση της υπαγόρευσης από τον κ. Γούναρη προέκυπτε το υποκείμενο και άρα η ορθογραφία του ρήματος. Αλλά φευ: ένας στους τέσσερις φοιτητές έγραψε τη λέξη λανθασμένα. «Πλέον είναι αδύνατον να βρεις ένα πλήρως ορθογραφημένο γραπτό στα γραπτά των φοιτητών», παρατηρεί στην «Κ» ο κ. Γούναρης.

Κάποιος θα πιθανολογούσε ότι το πρόβλημα είναι έντονο στις σχολές θετικών επιστημών. Ωστόσο, παρατηρείται αυξανόμενο και στις φιλοσοφικές σχολές και τα τμήματα φιλολογίας, οι φοιτητές των οποίων θεωρείται πως γνωρίζουν την ελληνική γλώσσα. Ενδεικτικά, η καθηγήτρια της Φιλοσοφικής Σχολής Κρήτης Αγγέλα Καστρινάκη έχει συντάξει προς τους φοιτητές της κατάλογο με λάθη που πρέπει (οφείλουν) να αποφεύγουν, ενώ στη σχολή υπάρχει κέντρο γραφής που ασχολείται και με αυτό το θέμα. Αντίστοιχα, η Ελένη Καραμαλέγκου της Φιλοσοφικής Αθηνών επισημαίνει με την έναρξη κάθε εξαμήνου τα συνήθη λάθη των φοιτητών. Το πρόβλημα ξεκινάει από την πρωτοβάθμια εκπαίδευση, όπου έχει αλλάξει η βαρύτητα της διδασκαλίας ορθογραφίας και ο τρόπος ελέγχου της. Οπως παρατηρούν πανεπιστημιακοί, στην εποχή της υπερχρήσης των κινητών τηλεφώνων και των τάμπλετ, το σημαντικό είναι να φθάνει στον άλλον το μήνυμα που θέλουμε να εκπέμψουμε.

«Προσοχή, χωρίς τη γνώση ορθογραφίας μεταδίδεται και εκλαμβάνεται λάθος μήνυμα», λένε δάσκαλοι δημοτικών σχολείων, οι οποίοι μίλησαν στην «Κ», προτείνοντας την ενίσχυση του ειδικού βάρους της διδασκαλίας της ορθογραφίας με νέες μεθόδους και, παράλληλα, την εξοικείωση των παιδιών με τον γραπτό λόγο. Οπως ανέφερε στην «Κ» ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) Γιάννης Αντωνίου, «εδώ και δύο δεκαετίες στο μάθημα της Γλώσσας υπήρξε στροφή του άξονα προς τη διδασκαλία του κειμένου και η γραμματική ήταν ενταγμένη στην προσέγγιση του κειμένου. Πλέον στα νέα προγράμματα σπουδών που θα εφαρμοστούν από τον επόμενο Σεπτέμβριο, χωρίς να υπάρξει μετακίνηση από την κειμενοκεντρική προσέγγιση στη διδασκαλία της Γλώσσας, φροντίζουμε να τη συνδυάσουμε με τη συστηματική διδασκαλία της γραμματικής και του συντακτικού».

«Η γνώση της ορθογραφίας είναι δεξιότητα που αναπτύσσεται σε φάσεις κατά τη διάρκεια της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Μετράει και η διδασκαλία της στο σχολείο, αλλά επίσης σημαντικό είναι εάν τα παιδιά διαβάζουν βιβλία, εφημερίδες, έχουν παραστάσεις σωστά ορθογραφημένων κειμένων. Και αυτό διότι στις μικρές ηλικίες η μάθηση γίνεται φωτογραφικά», παρατηρεί στην «Κ» ο Λάμπρος Γιαννούχος, δάσκαλος με εμπειρία 35 ετών στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. «Οι προηγούμενες γενιές μαθητών, ακόμη και μέσω της αποστήθισης μάθαιναν ορθογραφία. Το μάθημα ήταν διακριτό και εξεταζόταν μέσω της αντιγραφής κειμένων από τους μαθητές. Τώρα, παρότι στο μάθημα της Γλώσσας δίνονται οι περισσότερες ώρες σε εβδομαδιαία βάση, μας ενδιαφέρει η επεξεργασία της γλώσσας, η καλλιέργεια της κριτικής σκέψης. Εως τη Δ΄ Δημοτικού υπάρχει ελευθερία στον εκπαιδευτικό πώς θα διδάξει την ορθογραφία», προσθέτει από την πλευρά του ο Αλέξανδρος Κυπαρίσσης, δάσκαλος επίσης με πολυετή εμπειρία στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.

«Σήμερα δεν δίνεται η δυνατότητα στους μαθητές να εκφραστούν γραπτώς, τα παιδιά δεν αναπτύσσουν τον γραπτό λόγο που είναι η έκφραση του προφορικού. Αποτέλεσμα είναι να μη δίνεται βάση και στην ορθογραφία. Παράλληλα, τα παιδιά περνούν πολλές ώρες στους υπολογιστές και χρησιμοποιούν αυτόματους διορθωτές των λέξεων. Με τον τρόπο αυτό δεν εστιάζουν στην ορθογραφία των λέξεων, ενώ και η χρήση των greeklish στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τα μπερδεύουν ακόμη περισσότερο. Το πρόβλημα έχει ενταθεί τα τελευταία χρόνια», λέει η Χαρά Μπούτα, διευθύντρια δημοτικού σχολείου στην Αγία Παρασκευή Αττικής.

«Η κλασική ερώτηση των μαθητών μας σε κάθε εξέταση είναι εάν στην αξιολόγηση του γραπτού μετρούν τα ορθογραφικά λάθη. Και αυτό δείχνει το άγχος των μαθητών που έρχονται στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση», παρατηρεί η φιλόλογος σε γυμνάσιο Λαμπρινή Κουφάκη. «Τα παιδιά δεν προλαβαίνουν να εμβαθύνουν, δεν νοιάζονται να εμβαθύνουν. Τα παιδιά μαθαίνουν και οπτικά. Για την ορθογραφία, σωστό είναι να αναπτυχθεί η δεξιότητα της παρατηρητικότητας σε συνδυασμό με τη γνώση των κανόνων. Ομως, αυτό στο σχολείο γίνεται με ελλιπή τρόπο διότι τα παιδιά δεν μπορούν να εμβαθύνουν στην ύλη», προσθέτει η ίδια.

«Για την καλή ορθογραφία χρειάζεται και η γνώση των αρχαίων, ενώ μπερδεύει και η παραβολή λέξεων της καθαρεύουσας στο λεξιλόγιό μας. Για παράδειγμα, σήμερα οι χρήστες τείνουν να αλλάξουν τα τριτόκλιτα. Ας πούμε η “διαφανής” έχει καταλήξει “διάφανη” και το “διαφανές” σε “διάφανο”», παρατηρεί η κ. Καστρινάκη.

«Η βασική δουλειά γίνεται στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Το ζητούμενο είναι πώς η εκπαίδευση επιτρέπει στα παιδιά να αναπτύξουν το αισθητήριο της ορθογραφίας στη σύγχρονη εποχή. Το πανεπιστήμιο δεν μπορεί να υποκαταστήσει τις δύο πρώτες βαθμίδες», δηλώνει στην «Κ» ο καθηγητής της Φιλοσοφικής Αθηνών Βαγγέλης Καραμανωλάκης, σημειώνοντας ότι «προφανώς τα παιδιά επηρεάζονται από τη χρήση του Διαδικτύου, ενώ δημιουργούν και νέες λέξεις. Θα με ενδιέφερε μια παιδεία που θα εστίαζε στο νόημα».

«Έχουμε ενσωματώσει νέες λέξεις από τους υπολογιστές, όπως συνέβη παλαιότερα π.χ. από την τουρκική κουζίνα», λέει ο κ. Γούναρης. Οπως τονίζει ο ίδιος: «Πρέπει να αποφασίσουμε εάν θεωρούμε ότι η ορθογραφία είναι σημαντική για την εγκύκλιο παιδεία. Εχω την εντύπωση ότι το ζήτημα της πλημμελούς αξιολόγησης των μαθητών και της γενικότερης χαλαρότητας που ακολουθεί το σχολείο, έχει αφήσει αποτύπωμα. Είναι υποκριτικό να ζητάμε τη διδασκαλία των αρχαίων στο γυμνάσιο και να κάνουν χοντρά ορθογραφικά λάθη οι μαθητές από το δημοτικό σχολείο. Η ανορθογραφία είναι το πιο εμφανές πρόβλημα, αλλά αυτό συνοδεύεται από κακή σχέση με τη γλώσσα. Και αυτό αφορά και την κατανόηση των κειμένων. Σε λίγο δεν θα μπορούμε να διαβάσουμε ένα κείμενο του ’50!».