Μ. όπως Μούτρο – Μια προσωπογραφία

Είχε απίστευτο θράσος. Σε κορόιδευε στα μούτρα σου. Δεν κοκκίνιζε, δεν τραύλιζε, δεν έχανε τον αέρα του ποτέ και για κανέναν λόγο. Στη Δευτέρα Λυκείου στο μάθημα της έκθεσης, όταν ήρθε η ώρα να παραδοθούν τα γραπτά, έδωσε ένα δίφυλλο, στο οποίο δεν είχε ολοκληρωθεί η ανάπτυξη του θέματος, στο θεό του, δεν ολοκληρωνόταν καν η περίοδος. Όταν ο καθηγητής, ανακοινώνοντας τους βαθμούς του είπε, Μ., δεν μου έφερες γραπτό, του απάντησε, τι λέτε κύριε καθηγητά; ορίστε το πρώτο μέρος, εσείς χάσατε τη συνέχεια. Σέβας μηδέν εννοείται. Αλλά κι ο καθηγητής, προσφερόταν για δούλεμα, αφού έχαψε το παραμύθι, και σπατάλησε όλη την ώρα μέχρι το κουδούνι, ψάχνοντας τα χαρτιά του πανικόβλητος.

Πανελλήνιες πέτυχε με σκονάκι, τι σκονάκι, αυτό ήταν πάπυρος με τα όλα του. Πέρασε στη Φιλοσοφική, στο Καποδιστριακό. Ψιλοδιάβαζε, άραζε κάμποσες ώρες στο κυλικείο της σχολής, πίνοντας φραπέ γλυκό με γάλα και μαζεύοντας χυλόπιτες από τα κορίτσια, και τον υπόλοιπο χρόνο τον αφιέρωνε στην μπάλα. Μαζί με άλλους τρελαμένους φιλοσοφικάριους κανόνιζαν ματσάκια σε γηπεδάκι μέσα στην Πανεπιστημιούπολη, Τετάρτη βράδυ έβλεπε Τσάμπιο Λιγκ στο Μέγκα, βρίζοντας ασταμάτητα τον Σωτηρακόπουλο, άσχετο τον ανέβαζε, φλώρο τον κατέβαζε. Αγαπημένη ομάδα είχε τη Γιούβε, την Μεγάλη Κυρία ή, καλύτερα την πιο μισητή ομάδα στον πλανήτη, αυτή που δίδαξε την παράγκα απανταχού της γης. Μεταξύ μας, αυτή του ταίριαζε. Το ματς στο οποίο ο Ολυμπιακός εισέπραξε επτά τεμάχια από τη Γιουβέντους, ο δικός σου, επέλεξε και πήγε να το δει σε καφέ στο Κερατσίνι, δίπλα στην Πλατεία του Λαού και στον σύνδεσμο φιλάθλων “Πόρτο Λεόνε”. Εννοείται ότι πανηγύρισε τη νίκη της Γιούβε και εννοείται ότι τον σαπίσανε στο ξύλο. Δεν είμαι Ολυμπιακός αλλά καλά του κάνανε. Αφού δεν είχε τσίπα πάνω του. Ένα μήνα πέρασε στο νοσοκομείο. Μετά βγήκε και συνέχισε τη ρουτίνα του. Στα κορίτσια έλεγε ότι στο νοσοκομείο μπήκε επειδή πήγε να συλλάβει έναν ανώμαλο που χίμηξε σε μια ανυπεράσπιστη κοπέλα σ’ ένα στενό κοντά στου Ψυρρή. Το κουλό είναι ότι μια συμφοιτήτρια τσίμπησε, τον πίστεψε και θα έπεφτε στην αγκαλιά του αν δεν επενέβαινε ο Απόστολος ο Συνετός να της πει, μην τον ακούς τον απατεώνα, πουλάει φίδια, στα ποδόσφαιρα πήγε κι έφαγε ξύλο. Α να χαθείς μαλάκα του είπε του Μ. και του άστραψε ένα σκαμπίλι όλο δικό του. Όχι και να μας φάει τις γκόμενες.

Κάτι τέτοιοι άντρες είναι που χαλούν τη φήμη στο φύλο και, κακά τα ψέμματα, είναι οι περισσότεροι. Άνθρωποι σαν τον Μ. έχουν γεμίσει όχι απλά την πιάτσα. Τους συναντάς στα γραφεία στις δημόσιες υπηρεσίες, στην εφορία, στα υπουργεία, γενικά σε κάθε δημόσιο φορέα. Εκεί παρασιτούν αργόμισθοι, γκρινιάζοντας γιατί δεν πέτυχαν τις παλιές καλές μέρες με την κότα με τα χρυσά αυγά. Επίσης, τους συναντάς σε σταρτ απ δίχως αντικείμενο, από αυτές που στήνονται για να φαγωθούν χορηγίες από ΕΣΠΑ, κρατάνε με χίλια ζόρια για κάνα εξάμηνο και μετά γίνονται αέρας κοπανιστός που ζέχνει μούχλα, απάτη και λάτε μακιάτο. Τους συναντάς πάλι σε καφετέριες που το πρωί πίνουν τον ελληνικό τους αγαθές και μη κυρίες στη σύνταξη, ενώ τα απογεύματα πλημμυρίζουν καμμένοι παραγοντίσκοι της επαρχίας με προφίλ είτε κεντροδεξιό είτε κεντροαριστερό, για να δουν μπάλα, χαζεύοντας παράλληλα στο κινητό τα στοιχήματα που έχουν παίξει με σκοπό να βγάλουν εισόδημα ισάξιο ενός βραδιού στο κωλόμπαρο στην έξοδο της γραφικής, κατά τα άλλα, και φιλήσυχης, μικρής πόλης.

Μετά το πτυχίο, τον κάλεσαν στρατό, αφού έληξε η αναβολή λίγο μετά την ορκωμοσία. Πήρε γιώτα πέντε γιατί είχε τα απαραίτητα προσόντα: σχιζοειδή διαταραχή με ναρκισσισμό και δριμεία ψυχωτικά επεισόδια. Όντως, ο γιατρός ήταν μερακλής. Μετά την οριστική απαλλαγή πήρε ένα χρόνο διακοπές, γιατί όχι άραγε;, και μετά έκατσε να καταστρώσει πλάνο για το τι θα έκανε στη ζωή του. Μα, φυσικά, να βγάζει φράγκα με την ήσσονα προσπάθεια όπως ορίζει, ακριβώς, η αρχή της Ελάχιστης Κατανάλωσης Ενέργειας. Στην αρχή τα βρήκε σκούρα, αφού σε κανέναν δεν άρεσαν τα μούτρα του, βλέπεις είχε το βλέμμα του λιγούρη, λιγούρη όχι μόνο για γυναίκες αλλά, κυρίως, για εύκολο χρήμα, ένα ύφος που όσο να ’ναι δεν σε έψηνε ότι με αυτόν τον άνθρωπο θα έχεις το κεφάλι σου ήσυχο. Τελικά τον πήρανε σαν ερευνητικό σύμβουλο αποδόσεων σε στοιχηματική εταιρία με έδρα στην Σιγκαπούρη. Ήταν στο στοιχείο του, όλη μέρα μπαλίτσα και έρευνα στατιστικών δεδομένων και στις κουτσομπολίστικες ιστοσελίδες διεθνώς για να μαθαίνει λόγου χάρη αν κάποιος παίκτης παρτάρει ενώ δεν πρέπει, άρα θα σέρνεται στις αναμετρήσεις ή αν αντιμετωπίζει συζυγικά προβλήματα που σημαίνει ότι δεν θα έχει διάθεση για μπάλα ή τέλος πάντων δεν θα έχει μυαλό καθαρό ούτε θα είναι προσηλωμένος στον στόχο του.

Μην τα πολυλογώ, του έκατσε το δέκα το καλό. Όλα αφορολόγητα και ασφάλεια πληρωμένη, του έμενε και άφθονο χρήμα να κάνει φιγούρα στις γυναίκες στα ορθάδικα με γενναιόδωρα κεράσματα, τραπέζι στο γκουρμέ εστιατόριο της πόλης ή πιατέλες φίσκα προβατίνα στα γύρω χωριά και, φυσικά, τριήμερες αποδράσεις σε Μέτσοβο, Ζαγοροχώρια, Μπάνσκο και πάει λέγοντας. Όλα καλά του πηγαίνανε, μόνο που καμιά φορά κόλλαγε και περίεργα νοσήματα γιατί, βλέπεις, κάθε φορά που ζευγάρωνε, ήθελε να το ζήσει, συνεπώς, δεν πρόσεχε. Και δεν φτάνει που ξενέρωνε, του βγήκε το όνομα του “ξεσκούφωτου” και, επειδή, τα κορίτσια, ως γνωστόν, δεν είναι χαζά, ε έμεινε χωρίς γκόμενα οριστικά. Δεν τον χάλασε, καθόλου. Αλλά τι να κάνεις, προσέχουμε για να έχουμε, λέγαν οι παλιοί. Αυτός δεν πρόσεχε ποτέ και τελικά έπαψε να έχει.

Κ.Μ.