“Μπάρμπα Γιάννη Μακρυγιάννη, δεν μας τα ‘λεγες καλά” …

O ήρωας της Ελληνικής Επανάστασης Μακρυγιάννης σε ό,τι αφορά στην νεοελληνική διανόηση, ανεξάρτητα από ιδεολογική τοποθέτηση, κατέχει μια θέση “ιερού τέρατος”. Αντιμετωπίζεται ως ένα είδος φίλτρου, μέσω του οποίου κρίνεται τι είναι ελληνικό, τι είναι δίκαιο, εθνικά ωφέλιμο. Επίσης, συχνά έχει γίνει επίκλησή του – σε τραγούδια, ιδίως – ώστε να επέμβει σαν θεία δύναμη που προστατεύει το έθνος και την ορθοδοξία, απέναντι σε “εθνικούς μειοδότες” ή “κακόβουλους εχθρούς”.

Τον βασικό ρόλο για τούτο τον “καθαγιασμό” του Ρουμελιώτη αγωνιστή του ‘21, έπαιξε η περίφημη Γενιά του ‘30. Με κείμενά τους οι Γιώργος Θεοτοκάς, Ηλίας Βενέζης, Ζήσιμος Λορεντζάτος και, περισσότερο απ’ όλους, ο Γιώργος Σεφέρης. Στην προσπάθειά τους να ταιριάξουν τον Μοντερνισμό που ερχόταν από τη Δύση, με ένα πλέγμα ελληνικότητας που συνέδεε την Αρχαία Ελλάδα και το Βυζάντιο, το αρχαίο ελληνικό πνεύμα με την ορθοδοξία, είχαν ανάγκη από μια ηρωική φιγούρα άφθαρτη, καθιερωμένη και έχουσα το δικό της “αλάθητο”.

Η έκδοση των Απομνημονευμάτων του Μακρυγιάννη στα 1907 από τον μάχιμο δημοτικιστή Γιάννη Βλαχογιάννη, έδωσε το υλικό το οποίο μελέτησαν οι προαναφερθέντες διανοούμενοι, και στο οποίο βρήκαν τον ήρωα που αναζητούσαν. Το πρόβλημα είναι ότι αντιμετώπισαν τα γραπτά του σαν “ιερές γραφές”. Δεν επιθυμώ σε καμία περίπτωση να φανώ βλάσφημος προβοκάτορας, το αντίθετο. Απλώς δυσκολεύομαι να βρω άλλο τρόπο να εξηγήσω το γεγονός της αδιαπραγμάτευτης αποδοχής των λεγόμενων του Μακρυγιάννη ως αληθινά.

Η αντιπαραβολή των Απομνημονευμάτων του στα αντίστοιχα άλλων αγωνιστών, αλλά και στα πορίσματα της επιστημονικής ιστοριογραφίας, φανερώνει σημαντικές αποκλίσεις. Το γεγονός ότι δεν έχει να πει καλή κουβέντα για τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, είναι από μόνο του προβληματικό. Ακόμη, η επιμονή, λόγου χάρη, του Σεφέρη να προκρίνει το ένστικτο, το αισθητήριο και το πνεύμα ενός λαϊκού ανθρώπου, πιο μπροστά από τους λόγιους, είναι κάτι που δύσκολα χωνεύεται. Δεν υποτιμώ τον λαϊκό πολιτισμό, όπως άλλωστε δεν υποτιμώ κανέναν πολιτισμό. Ωστόσο, οι πνευματικοί ταγοί της Γενιάς του ‘30 όφειλαν να γνωρίζουν πως το ιδεολόγημα της ελληνικότητας ήταν σύλληψη λογίων (που στηρίχθηκαν σε σκέψεις Γερμανών φιλοσόφων, όχι πως έχει σημασία, απλά το αναφέρουμε).

Προσωπικά, είμαι πιο κοντά στον Γέρο του Μοριά για πολλούς λόγους, αλλά δεν έχει και τόση σημασία. Απλά, η εξιδανίκευση, δεν πιστεύω ότι δικαιολογείται ποτέ. Για παράδειγμα, πόσοι γνωρίζουν ότι ο Μακρυγιάννης διέθετε μεγάλη περιουσία, την οποία απέκτησε με τις εμπορικές του δραστηριότητες, αλλά και δανείζοντας με υπέρογκο τόκο; Τέλος πάντων το ζήτημα του “μακρυγιαννισμού” ως κυρίαρχο ιδεολογικό ρεύμα από τα μετεμφυλιακά χρόνια και μετά, και με θιασώτες σε Δεξιά, Κέντρο και Αριστερά, και με κορύφωση στα χρόνια της Μεταπολίτευσης κι εντεύθεν, είναι ένα ζήτημα που χρήζει μελέτης. Και αποτελεί αντικείμενο στο βιβλίο του καθηγητή Ιστορίας και Διδακτικής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Αιγαίου κ. Γιάννη Κόκκινου με τίτλο “Ο μακρυγιαννισμός – Τραγούδια του Μακρυγιάννη” (εκδόσεις Θίνες και Τήνελλα), για το οποίο ενημερωθήκαμε μόλις πρόσφατα από το θέμα του δημοσιογράφου κ. Δημήτρη Λαμπράκη στην ηλεκτρονική lifo.

Αυτό που μας καλεί να ασχοληθούμε με το εν λόγω βιβλίο είναι το γεγονός πως στην ουσία πρόκειται για μια ακόμη προσπάθεια σύνταξης μελέτης με αντικείμενο την πολιτισμική ιστορία. Είναι γεγονός πως αν εξαιρέσεις την μελέτη του κ. Κώστα Κατσάπη “Ήχοι και απόηχοι. Κοινωνική ιστορία του ροκ εν ρολ φαινομένου στην Ελλάδα, 1956 – 1967.” (2007) δεν έχουμε πολλά άλλα τέτοια δείγματα, τουλάχιστον εμείς δεν τα γνωρίζουμε. Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για μια έκδοση που καλωσορίζουμε με χαρά.

Οικονόμος Λεωτυχίδης

https://www.lifo.gr/culture/vivlio/apomythopoiontas-ton-makrygiannismo