Νὰ κοιμᾶσαι νηστικός
Νὰ κομᾶσαι νηστικός σὲ μία σοφίτα
Νὰ εἶσαι ὁ τεμπέλης τοῦ σπιτιοῦ
Νὰ γίνεσαι σκουπίδι
Ὅταν ἀνοίγεται ἕνα λερωμένο στόμα
Θὰ σηκώσω τὸ γιακὰ
Γιὰ νὰ φύγω σὰν ἕνας λῃστὴς
Ἀπὸ τὸ δικό μου σπίτι
Θὰ κοιμηθῶ στοὺς δρόμους
Γιὰ νὰ νιώσω ὁλάκερη τὴν πολιτεία
Νὰ τουρτουρίζει μαζί μου
Στὸ παλτό μου ἔχω ἕνα λεκὲ
Ἀλλὰ εἶναι καλὸ ποὺ δὲν τὸν βλέπω
Θὰ τὸ ξαπλώσω χάμω
Καὶ θὰ στρωθῶ πάνω του
Νὰ πιῶ λίγη βραδυὰ
Στὴ γωνιὰ τοῦ ἔρημου κήπου
Θὰ αἰστανθῶ τὴ σελήνη
Ὅπως δὲν αἰστάνθηκα τίποτε
Στὴ ζωή μου
Θὰ τὴν αἰστανθῶ στὰ χείλια μου
Σὰν ἕνα ἀχλάδι
Στὰ μάγουλα
Σὰν ἄλλα μάγουλα.
Γιώργος Σαραντάρης
1908 – 1941