100 χρόνια από την έκδοση του Οδυσσέα του Τζέιμς Τζόις (2 Φλεβάρη 1922)

Ο Οδυσσέας είναι ο απολογισμός μιας μοναδικής μέρας, της 16ης Ιουνίου 1904. Ο χώρος είναι συγκεκριμένος, το Δουβλίνο. Ένας πολίτης αυτής της πόλης, ο Λεοπόλδος Μπλουμ, ξυπνάει το πρωί και φεύγει για τη δουλειά του. Οι κοινωνικές, οι επαγγελματικές και οι συναισθηματικές υποχρεώσεις του καθυστερούν την επιστροφή του μέχρι τις πρώτες ώρες της επόμενης ημέρας.

Αυτή η αργοπορία επιστροφής δεν συνιστά τη μοναδική ομοιότητα με το αρχαϊκό του πρότυπο. Ο Λεοπόλδος Μπλουμ περνάει μέσα από μια αντιστοιχία περιπετειών ανάλογων μ’ εκείνες του Οδυσσέα. Το κατέβασμα στον Άδη βρίσκει την αντιστοιχία του στην μετάβαση του Μπλουμ στο νεκροταφείο, το οποίο επισκέπτεται συνοδεύοντας στην τελευταία του κατοικία ένα φίλο που πέθανε απροσδόκητα. Το νησί του Αιόλου βρίσκει την αντιστοιχία του στα γραφεία μιας εφημερίδας, όπου φυσάνε όλοι οι άνεμοι. Οι Σειρήνες είναι τα κορίτσια του μπαρ του ξενοδοχείου Όρμοντ, στο οποίο καταφεύγει ο Μπλουμ για ένα καθυστερημένο γεύμα και ακούει από τη διπλανή αίθουσα μερικούς φίλους να τραγουδούν με την συνοδεία του πιάνου. Η σπηλιά του Κύκλωπα είναι το μπαρ Μπάρνεϋ Κίερναμ, όπου συχνάζει κάποιος φανατικός εθνικιστής που κατονομάζεται ως Πολίτης και που διακηρύσσει τη μισαλλοδοξία του απέναντι σε καθετί που δεν είναι ιρλανδέζικο και που προκαλεί ένα μικρής έκτασης πογκρόμ στον Μπλουμ ο οποίος είναι εβραϊκής καταγωγής. Η Κίρκη είναι ένα πορνείο της νυχτερινής πόλης, το οποίο επισκέπτεται ο Μπλουμ για να βοηθήσει ένα μισοπεθαμένο νεαρό που συνάντησε πριν λίγο και που νιώθει γι’ αυτόν ένα ισχυρό αίσθημα πατρικής φροντίδας.

Η δράση είναι ελάχιστη, όμως η τεχνική του «εσωτερικού μονόλογου» που επινοεί ο συγγραφέας για την έκθεση της αφήγησής του, του παρέχει την δυνατότητα να σχολιάσει με ακρίβεια και με λεπτομέρειες όλο το πλέγμα των σχέσεων των προσώπων που λαμβάνουν μέρος σ’ αυτό το σε μικρογραφία έπος. Ο μεσήλικας κύριος Μπλουμ, καθώς και ο νεαρός Στήβεν Ντένταλους (που παίζει τον ρόλο του ομηρικού Τηλέμαχου), ανασυνθέτουν και επανεξετάζουν μέσα στους συλλογισμούς τους όλα τα προβλήματα που θίγει και ο Έλληνας ποιητής. Το ενδιαφέρον του σύγχρονου αναγνώστη εστιάζεται τόσο στις ομοιότητες του μύθου όσο και στις διαφορές και στις ανατροπές του, οι οποίες τον βοηθούν στην εξαγωγή συμπερασμάτων κατ’ αρχήν για μια σύγκριση του κόσμου μας με τον κλασικό κόσμο και δεύτερον για την ανίχνευση της ηθικής και πνευματικής πορείας του σύγχρονου κόσμου μας μέσα στον οποίο ζούμε.”

(από τον ιστότοπο των Εκδόσεων Κέδρος)

Το βιβλίο αυτό θεωρείται ως ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Μερικοί, μάλιστα, το έχουν χαρακτηρίσει “το σημαντικότερο βιβλίο του εικοστού αιώνα”. Για το βιβλίο αυτό, ο ποιητής Τόμας Στερνς Έλιοτ δήλωσε ότι “Πρόκειται για ένα βιβλίο στο οποίο όλοι χρωστάμε και από το οποίο κανένας μας δεν μπορεί να ξεφεύγει”. Κατά τη γνώμη μου, με αυτή την δήλωση θέλει να επισημάνει τον ρόλο που ο Οδυσσέας του Τζόις διαδραμάτισε στο κίνημα του μοντερνισμού στην λογοτεχνία, και ότι όλοι οι λογοτέχνες, όλα τα έργα τους, αναπόφευκτα, θα συγκρίνονται με τον Οδυσσέα. Χαρακτηρίζεται ως δύσκολο και κοπιαστικό ανάγνωσμα. Θεωρείται ιδιαίτερα δύσκολη ακόμη και η μετάφρασή του. Ωστόσο, η μετάφρασή του στα ελληνικά από τον Σωκράτη Καψάσκη (Εκδόσεις Κέδρος, 1990) εξασφάλισε στον Έλληνα μεταφραστή το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης, το 1992.

Για το τέλος, παραθέτω μια αναφορά από κριτική αποτίμηση του βιβλίου:

Επαναλαμβάνουν συνέχεια ότι ο Οδυσσέας δεν διαβάζεται και, κατά συνέπεια, τα σχόλια αφορούν κυρίως φορμαλιστικά ζητήματα. Ακούμε πως «ο Τζόις ήθελε να απορυθμίσει τη γλώσσα». Μα όχι, καθόλου: αντίθετα, ήθελε να την ρυθμίσει αλλιώς, απηχώντας έναν κόσμο σε πλήρη απορύθμιση (όλο και περισσότερο). Υπήρχε κάτι σάπιο στην αγγλική γλώσσα, στην Ιρλανδία, στον δυτικό πολιτισμό, στη μεταφυσική, στον χώρο, στον χρόνο, στη θρησκεία, στα αντικείμενα, στους άνδρες, στις γυναίκες. Ο Τζόις ήθελε απλώς να συμμαζέψει αυτό το χάος. Το αποτέλεσμα είναι εκρηκτικό, αλλά πάντα πολύ ξεκάθαρο (εκτός από τη σκοπιά της κυριαρχίας ή της υποτέλειας). Το θέμα είναι το νόημα του Οδυσσέα και όχι οι λέξεις που το εκφράζουν.”
Philippe Sollers, Le Monde des livres, 11/06/2014
Σπύρος Σταβέρης, Lifo, 1/2/22