Χέ#σε ψηλά κι αγνάντευε!

Άσε φίλε. Δεν είμ’ με τα καλάμ’… Ήρθε ο άλλος και μάζεψαν τα παιδάκια, γιατί; Γιατί πήγαν να κρεμάσουν στον Άι Αντρέα ένα πανό. Τι έλεγε μωρέ το πανό και σας χάλασε; Σας πείραξε που λέει “Είναι ανεπιθύμητος”; Δηλαδή, όταν στην Σκεπαστή φωνάζαμε “Έξω οι τσάτσοι του Βαρδινογιάννη” που κουβάλαγε και όπλο, τι θα’πρεπε να μας κάνουν; Ή όταν φωνάζαμε “Είναι πο&*^%να του Τροχανά η μάνα”; (Θεός σχωρέστον)…

Αυτά σας πείραξαν; Ότι η αγορά έχει βουλιάξ; δεν σας π’ραζ’; Έχουμε τουρισμό, μου λέει. Σιγά το ντουρισμό. Όλο ξένους έχ’με. Δεν είναι κακό, όλα κιόλα, αλλά ο ξένος μάναμ’ δεν έρχεται εδώ να κάνει ζημιά, αν ήθελα να κάνει ζημιά, πάενε Μύκονο, Σαντορίνη και τα ρέστα. Εδώ ήρθε ναράξ’ να γυρίσ’ να δει πράματα, Αχέροντας, Νεκρομαντείο, Νικόπολη και να λιώσ’ στ’μπαραλία και στα μπάνια. Άντε να πιει ένα γκαφέ, να φάει μια παρέα μια σαλάτα κι ένα πιάτο και πολύ σου είναι.

Και ποιος κάνει ζημιά στις διακοπές; Αμ ο Έλληνας μανούλαμ’. Και πού είναι ο Έλληνας; Με την ακρίβια ναχ’ φτάσ’ στο Θεό, πού θες ναναι ο Έλληνας; Ωραία ήρθε η μαρίνα με τα γιοτ, ε και; Ποιος ξοδεύ’ στην πόλη από τούτους; Στη Μαρίνα έχ’ μίνι μάρκετ, μικέλ, και εστιατόριο. Όλ ινκλούντιντ δε λέει; Άντε περίμενε να βγάλ’ τίποτα η Πρεβεζούλα απ’τα γιοτ. 

Όσοι ρωτάω μου λεν’ “Φίλε, δεν έχ’ τίποτα”, “Πάμε για φούντο” ή “Το χειμώνα θα μείνω κλειστός”. Κάτσε να δεις το Χ’μώνα τι θα γίνει. Και ο άλλος μου λέει για ηλεκτρικό σκουπιδιάρικο…..Χέσε ψηλά κι αγνάντευε

Άντε να φύγω τώρα μπας και βγει μεροκάματο

Μιλάμε…το νου σου!

Ο Νυχτοκρώλης