Στυλιανός Tζιρίτας “Μάστερ Μπαζίλ (Περιπλανήσεις ενός μυθικού Έλληνα στις ηχητικές κατακόμβες της δεκαετίας του 70)”

Στα σπλάχνα του λονδρέζικου σκληροπυρηνικού νεορομαντισμού

Ο Λευτέρης Πανταζής ήταν ξεχωριστός από την αρχή και δεν είχε καμία σχέση με αυτό που είδε ο κόσμος μετέπειτα στις πίστες. Θυμόμαστε όλοι το πρώτο του μεγάλο τραγούδι, αυτό που τον καθιέρωσε το 1979. Το “Παράνομος και αν είναι ο Δεσμός μας” λοιπόν δεν έχει καμία σχέση με την Ελλάδα. Έξω το εμπνεύστηκε ο Λευτέρης και έβαλε μετά τη Ζαΐμη τη Βάσω να του μεταφέρει σε στίχο όσα αυτός είδε. Αν ενθυμούμαι καλώς το είχε γράψει η Κατερίνα Κόρου που κι αυτή είχε παρόμοιες εικόνες με το Λευτέρη, μετά από κάτι εξορμήσεις στο ιταλικό αντεργκρούντι της Ρώμης. Ο Λευτέρης, γεννηθείς το 55, στη μεταπολίτευση ήταν ήδη σωστός άντρας και ξεκίνησε για ν’ ανακαλύψει τον κόσμο επειδή εκείνη την περίοδο διάβαζε Καστανέντα. Μου έστελνε κάρτες από τα μέρη που επισκέπτονταν. Άνδεις, Σα Φρατζίσκο, Χονγκ Κονγκ, πήγε ολούθε το αλάνι. Μου έστελνε λοιπόν κάρτες και μου έγραφε μικρές ιστορίες από πίσω για το πώς έβλεπε τα πράγματα εκεί που πήγαινε. Κάποια στιγμή βρέθηκε στη Λόνδρα.
Την πρώτη κιόλας μέρα μου έστειλε κάρτα και δεν χρειάστηκε καν να διαβάσω από πίσω. να δω το γραμματόσημο και τα γράμματά του για να καταλάβω πού ήταν. Τη Λόνδρα την ξέρω και αμέσως τηνε κατάλαβα του Νέλσονα τη στήλη. Συνήθως ο Λευτέρης έφευγε πάνω στην τρίτη με τέταρτη μέρα από το κάθε μέρος. Ανήσυχο πνεύμα και ψαχνόταν. Καλά έκανε, ήθελε να δει τα πάντα. Όμως πάνω στη βδομάδα μου έρχεται καινούργια κάρτα. Κάτι συμβαίνει λέω και κόλλησε ο Λευτέρης, κάτι είδε. Δεν κόλλησε στο Αραράτ, μήτε στις Πυραμίδες, εδώ όμως κάτι τον έχει συνεπάρει.
Με παίρνει τηλέφωνο ένα απογευματάκι από ένα κόκκινο τηλεφωνικό θάλαμο στο δρόμο, αυτούς που έχουν καμάρι οι Άγγλοι και τους μοστράρουν με κάθε ευκαιρία. Τον ρώτησα και μου είπε σχετικά, γιατί άκουγα φασαρία από το ακουστικό.

“Δάσκαλε” μου λέει “εδώ συντελείται μία επανάσταση στη μουσική”.
“Ρε Λευτέρη του λέω, μη μου πεις και εσύ για τα Μπαζόκια. Μου έχει πάρει τα αυτιά ο Καζαντζίδης με δαύτους”.
“Όχι δάσκαλε, για άλλο πράγμα θέλω να σου πω. Για τους Τζαπάν”.
Τα αγγλικά λόγω των ταξιδίων μου στο εξωτερικό τα κατέχω, τα τρέχω αβίαστα και για αυτό αντελήφθην αμέσως την Ιαπωνία.
“Ρε μόρτη, στη Λόνδρα είδες την Ιαπωνία;” του αντιγυρίζω. “Δε μας τα λες καλά. Τι παίρνεις;”
“Όχι δάσκαλε, έτσι λέγεται ένα σχήμα που παίζει εδώ”.
Έλα Παναγία μου λέω μέσα μου, εγώ δηλαδή έπρεπε να βγάλω Τρίκαλα το σχήμα που με συνόδευε;
“Και παίζουν μόνο Γιαπωνέζοι σε αυτό ρε Λευτέρη;”
“Όχι δάσκαλε, Άγγλοι. Είναι μία πανδαισία”. Άκου τώρα λέξη για να περιγράψεις μουσικό σχήμα, αλλά τον άφησα να μιλάει για να δω που το πάει “Πήγα σε μία συναυλία και ξετρελάθηκα με την ελευθερία έκφρασης σε ήχο και κινήσεις”.
“Δηλαδή ρε Λευτεράκη εκεί έπρεπε να πας για να τα δεις αυτά και εδώ έχουμε το Βοσκόπουλο για τέτοια”.
“Άλλο πράγμα δάσκαλε. Το σχήμα και ειδικότερα ο τραγουδιστής κινούνται με ένα αιθέριο και γιούνισεξ τρόπο πάνω στη σκηνή. Το κοινό αφομοιώνει όλα αυτά και περνάει σε μία εκστατική σφαίρα”.
“Ρε Λευτεράκη αυτός ο Καστανέντας σου έχει κάνει το κεφάλι σαλάτα. Τι εννοάς με το γιούνισεξ;”
“Δάσκαλε ονομάζονται νεορομαντικοί και οι άνθρωποι από κάτω έχουν μία ελευθεριότητα στο να φιλιούνται, να αγκαλιάζονται”.
“Κάτσε ρε μόρτη και στου Τζίμη του Χοντρού συμβαίνανε αυτά, το καλύτερο μαγαζί στην Αθήνα…”
“Όχι δάσκαλε, άντρες με άντρες, γυναίκες με γυναίκες, τρίο, τετράδες με όλα τα φύλα μέσα. Πανδαισία ερωτισμού. Ήταν συγκινητικό.
Ο Λευτέρης ένιωσε άλλος άνθρωπος μετά από αυτό. ΄’Ηρθε στην Ελλάδα με άλλα μυαλά. Το “Παράνομος και αν είναι ο Δεσμός μας” δεν μιλάει για παντρεμένους και παντρεμένες και εξωσυζυγικές σχέσεις. Τα έγραψε όλα αυτά γιατί μόνο έτσι θα περνούσε το τραγούδι. Στην ουσία μιλάει για την σεξουαλική ελευθεριότητα όπως αυτή αναπτύχθηκε συγκρουσιακά με το κοινωνικό κατεστημένο. Μου τα εξήγησε κάποια ημέρα και τον παραδέχτηκα. Ήτανε τομή αυτό που έκανε ο Λευτέρης, δεν γίνονται τέτοια πράγματα κάθε μέρα. Μόνο ο Καζαντζίδης με την Αμερικάνα τη Σλικ είχε προσπαθήσει να βγάλει κάτι ανάλογο το 60 σε ντουέτο. Αλλά ο Μάτσας δεν τον άφησε.

Στυλιανός Tζιρίτας “Μάστερ Μπαζίλ (Περιπλανήσεις ενός μυθικού Έλληνα στις ηχητικές κατακόμβες της δεκαετίας του 70)”

Κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις στο Περιθώριο τον Μάιο του 2021 και, με τον κίνδυνο να φανούμε υπερβολικοί, πρόκειται για τομή στα ελληνικά εκδοτικά ήθη· με την έννοια του ότι δεν έχει κυκλοφορήσει ποτέ κάτι παρόμοιο.

Η ιδέα του βιβλίου αυτού είναι απλή: ο Βασίλης Τσιτσάνης συζητά ως “Δάσκαλος” με προσωπικότητες όπως ο Ρίτσι Μπλάκμορ, ο Πολ Μακάρτνεϊ. Ο Μπράιαν Ίνο κ.α. γνωμοδοτόντας πάνω σε θέματα σύνθεσης, ενορχηστρώσεων και γενικά φιλοσοφία της μουσικής. Προφανώς πρόκειται για μυθοπλασία. Αυτό, όμως, που καταλαβαίνει ο αναγνώστης και επισημαίνει εύστοχα ο Αντώνης Ξαγάς (αρχισυντάκτης του mic.gr) στο επίμετρο της έκδοσης, είναι ότι ο Τσιτσάνης ή Μάστερ Μπαζίλ αποτελεί ένα alter ego του ίδιου του συγγραφέα, του Στυλιανού Tζιρίτα. Πρόκειται για τον πλέον ανήσυχο καλλιτέχνη που έχω υπόψη – από όσους, τουλάχιστον, ζουν και δραστηριοποιούνται στη χώρα μας.

Ο λόγος χαρακτηρίζεται από το λαϊκό, “μόρτικο” ύφος των λαϊκών δημιουργών μας, ενώ οι ιστορίες χαρακτηρίζονται από “υπερρεαλιστικό χιούμορ”. Η αλήθεια είναι πως το βιβλίο θα το εκτιμήσουν βέλτιστα οι αναγνώστες που είναι παράλληλα δυνατοί ακροατές μουσικής, που δηλαδή έχουν το μεράκι να επιζητούν να ενημερώνονται για τα διαδικαστικά κάθε ηχογράφησης. Προς Θεού, δεν απαιτείται δίπλωμα ηχολήπτη για να εκτιμήσεις τον Μάστερ Μπαζίλ. Μάλιστα, δεν αποκλείεται πολλοί αναγνώστες να αλλάξουν τον τρόπο ακρόασης της μουσικής γενικότερα. Να επισημάνουμε, ακόμα, την εμπνευσμένη εικαστική επιμέλεια της έκδοσης από τον Αναστάσιο Μπαμπατζιά. Τέλος οφείλουμε θερμές ευχαριστίες στον συγγραφέα καθώς και στις Εκδόσεις στο Περιθώριο για την άδεια να δημοσιεύσουμε ένα απόσπασμα από το βιβλίο.