Στη μνήμη ενός ρομαντικού ανθρώπου: Μπάμπης Αργυρίου

Πριν λίγες μέρες έχασε τη ζωή του στη Θεσσαλονίκη ο Μπάμπης Αργυρίου. Είχε κολλήσει τον κωρονοϊό, έπασχε από σοβαρό υποκείμενο νόσημα, εδώ και πολλά χρόνια, κάτι που, δυστυχώς, αποδείχθηκε μοιραίο.

Ο Μπάμπης Αργυρίου δεν ήταν ένας συνηθισμένος άνθρωπος. Όπως είπε και ένας φίλος σήμερα σχετικά “ο Μπάμπης βρισκόταν συνέχεια σε κίνηση”. Χωρίς υπερβολή, ήταν ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους στην Ελλάδα που διαμόρφωσαν αυτό που μπορεί σύντομα να ονομαστεί “εναλλακτική σκηνή”. Έχει επηρεάσει χιλιάδες νέους ανθρώπους, έτσι ώστε να διαμορφώσει ο καθένας και η καθεμιά μια “αλτέρνατιβ” νοοτροπία και ματιά απέναντι στην τέχνη, στη δημιουργία, ακόμα και στην ίδια τη ζωή.

Είχε υπάρξει ραδιοπειρατής στη Θεσσαλονίκη, όπου έμεινε, άλλωστε, όλη τη ζωή του. Υπήρξε βασικός δίαυλος ή, καλύτερα, πηγή για όποιον ή όποια στην Βόρεια Ελλάδα ήθελα να προμηθευτεί δίσκους “άντεργκραουντ” ροκ συγκροτημάτων (λάτρευε τους Wipers, Birthday Party, Gun Club και Husker Du). Στα ‘80ς εξέδιδε, μαζί με εκλεκτούς συνοδοιπόρους το οριακό και επιδραστικότατο φανζίν (αυτοσχέδιο άντεργκραουντ περιοδικό) “Rollin’ Under”. Παράλληλα στήριζε άλλες αντίστοιχες προσπάθειες παιδιών, βοηθώντας στη διανομή, δίχως να κρατά προμήθεια. Να σημειωθεί ότι με το φανζίν του μοίραζε και κασέτες με μικρά συγκροτήματα, που, όμως, ξεχείλιζαν από όρεξη, δημιουργική διάθεση και φαντασία. Για πολλά χρόνια διατηρούσε δισκάδικο, αρχικά στο διαμέρισμά του, κατόπιν νοικιάζοντας χώρο για επίσημο κατάστημα. Το όνομά του “Rollin’ Under” και αυτό.

Στις αρχές των 90’ς, πάλι μαζί με εκλεκτούς συνοδοιπόρους, ίδρυσε την δισκογραφική εταιρία “Lazy Dog”. Στο ρεπερτόριό της υπήρχαν σχήματα όπως: Γκούλαγκ, Ώρα Μηδέν, Στρογγυλό Κίτρινο, οι Αθηναίοι Bokomolech στο ξεκίνημά τους και οι Πατρινοί Raining Pleasure, για τους δύο πρώτους δίσκους τους (πρoτού γίνουν μεγάλο όνομα με το “Fake”).

Αν γνωρίζεις το μουσικό διαδικτυακό μαγκαζίνο mic.gr, κι αυτό ο Αργυρίου το έστησε, ξοδεύοντας κόπο, χρόνο και άπλετο χρήμα (όπως για καθετί που δημιούργησε στην ασφυκτικά σύντομη ζωή του). Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, τα τελευταία χρόνια βρήκε τον χρόνο και αυτοεξέδωσε τρία βιβλία: δύο μυθιστορήματα και μια συλλογή διηγημάτων. Εκεί συνδύαζε τις αγαπημένες του μουσικές, τις εμμονές, τα όνειρα και τις ματαιώσεις του, που μοιάζουν με τα όνειρα και τις ματαιώσεις πολλών από εμάς (ναι, βάζω και εμένα μέσα).

Δεν έτυχε να τον συναντήσω ποτέ· ούτε να επικοινωνήσω μαζί του· ούτε πήγα ποτέ στο δισκάδικό του (αλλά έστειλα την αδερφή μου και αγόρασε για λογαριασμό μου ένα δίσκο, το “Here” των “Ziggy Was”, Lazy Dog και αυτοί). Δεν θα ήξερα τι να του πω! Το γεγονός, ωστόσο, ότι ξέρω τόσα πράγματα για τον Μπάμπη Αργυρίου, οφείλεται στο ότι όλα αυτά τα χρόνια τον παρακολουθούσα. Αυτό γιατί ήταν από τους λίγους ανθρώπους των οποίων η γνώμη μέτραγε. Ακόμη και αν διαφωνούσες, τον υπολόγιζες. Τις τελευταίες μέρες το χρονολόγιό μου στο facebook, έχει γεμίσει με μηνύματα αγάπης στη μνήμη του Μπάμπη Αργυρίου. Ε, δεν μπορεί, κάποιος λόγος θα υπάρχει, όχι το “ο νεκρός δεδικαίωται”!

Το κείμενο, πέρα από την μνήμη του Μπάμπη Αργυρίου, θέλω να το αφιερώσω σε δύο φίλους από εδώ, από την Πρέβεζα, οι οποίοι κάποια στιγμή στη ζωή τους, κάπως, είχαν να κάνουν με τον Μπάμπη. Ο ένας, νομίζω δεν θα ήθελε να αναφέρω το όνομά του – σεβαστό! Ξέρει ποιος είναι. Ο άλλος είναι ο Κοσμάς Μ. Αφιερωμένο, λοιπόν!