Παράδοση και αυθεντία – Σκέψεις για την αξιολόγηση της τέχνης (αναδημοσίευση)

Το άρθρο που αναδημοσιεύουμε πρωτοδημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα bookpress.gr την 4η Αυγούστου 2022

Επισημάνσεις για τη σχέση παράδοσης, πρωτοποριακών κινημάτων και των καλλιτεχνών σήμερα.
Του Κώστα Κουτσουρέλη

1. Αν η αξιολόγηση της τέχνης είναι «ζήτημα υποκειμενικό», τότε κάθε καλλιτέχνης είναι «μεγάλος». Το μόνο που χρειάζεται είναι έναν θαυμαστή πρόθυμο να του το αναγνωρίσει – και ποιος δεν έχει έναν τέτοιον τουλάχιστον;

2. Δύο είναι, όχι τα κριτήρια της αισθητικής κρίσης, που κυμαίνονται, αλλά οι φορείς της: η παράδοση και η αυθεντία. Συνήθως παράδοση και αυθεντία συνυπάρχουν, ενίοτε όμως η αυθεντία ανατρέπει την παράδοση για να ιδρύσει μια δική της. Το ποια παράδοση και ποια αυθεντία επικρατεί εκάστοτε είναι άλλης τάξεως ζήτημα. Το βέβαιο είναι ότι χωρίς παράδοση και χωρίς αυθεντία, χωρίς οργάνωση και ιεραρχία, χωρίς κάποιου είδους Κανόνα, τέχνη σοβαρή, με εμβέλεια και επιρροή, δεν μπορεί να υπάρξει.

3. Ο ακραίος μοντερνισμός (φουτουρισμός, ντανταϊσμός, υπερρεαλισμός, ο Πάουντ, ο Τζόυς) είναι αμφίβολο αν έδωσε μεγάλα έργα, αν μπόρεσε να ιδρύσει μια παράδοση ικανή να αποδειχθεί ανθεκτική και μακρόπνοη. Ως άτομα όμως, ως γκουρού μιας ολόκληρης εποχής, οι πρωτουργοί του μας έδωσαν μια σειρά από αυθεντίες που η γοητεία του λόγου τους διαρκεί ως σήμερα. Κατά κάποιο τρόπο, τα μόνα ακραιφνώς μοντερνιστικά αριστουργήματα είναι τα μοντερνιστικά μανιφέστα. Αλλά αυτά βγαίνουν άπαξ, δεν γεννούν, δεν παράγουν παράδοση. Γι’ αυτό κι ενώ ακόμη τα θαυμάζουμε, εκείνοι που πασχίζουν να τα εφαρμόσουν δεν πείθουν.

4. Τα καλλιτεχνικά ρεύματα έχουν πάντα δύο όψεις, μια φωτεινή και μια σκοτεινή. Αν ο ρομαντισμός λ.χ. απελευθέρωσε το συναίσθημα από τα σχολαστικά στερεότυπα και τον εγκεφαλισμό του κλασσικισμού, είχε ήδη μέσα του εκείνα τα γνωρίσματα που στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα τον έκαναν να ξεπέσει στη ρητορεία, τη λυρικοπάθεια και την αισθηματολογία. Το ίδιο συμβαίνει με τους ποικίλους μοντερνισμούς. Δεν υποτιμά κανείς την ιστορική τους παρουσία όταν εντοπίζει τις παθογένειες στις οποίες ήταν αναπόφευκτο να οδηγήσουν εκατό χρόνια μετά.

5. Η χειρότερη ζημιά που έκανε ο υπερρεαλισμός και οι λοιποί νεωτερίζοντες -ισμοί στην ποίηση είναι ότι εκμαύλισαν εντελώς τον αναγνώστη. Αφού πρώτα τον αναβίβασαν προγραμματικά στην περιωπή του δημιουργού («όλοι είμαστε ποιητές!», «να καταργήσουμε τη διάκριση τέχνης και ζωής!»), δεν μπορούσαν παρά να του παραχωρήσουν την άδεια να κάνει με τα ποιήματα ό,τι του κατέβει. Με τον τρόπο αυτό, η ερμηνεία από σκληρή μυητική άσκηση, από πειθαρχημένη μαθητεία στο νόημα του ποιήματος κατάντησε φαντασιοκοπία, αναπροβολή πάνω του της ρηχότητας, της οκνηρίας και του τετριμμένου συναισθηματισμού του μέσου όρου. Εμπρός στην tabula rasa, το κενό πρόσωπο που του προτάθηκε, ο αναγνώστης εθίστηκε να βλέπει –τι άλλο;– το δικό του.

6. Ακαδημαϊσμός δεν είναι τα αξιώματα και τα βραβεία, που είναι πράγματα δευτερεύοντα. Αλλά η συμμόρφωση της μεγάλης πλειοψηφίας των εκπροσώπων μιας τέχνης με μια τεχνοτροπία, μια γραμμή, μια αισθητική συνταγή. Τέτοια «Ακαδημία» στις μέρες μας υπάρχει μόνο μία, η μοντερνιστική, για τον απλό λόγο ότι υπάρχει μόνο μία κυρίαρχη αισθητική, ακόμη κι όταν οι οπαδοί της ντύνονται σαν μποέμ ή παριστάνουν τους μωντί.

7. Από την άλλη πλευρά, η αντιπολίτευση στον κρατούντα ακαδημαϊσμό δεν μπορεί να είναι ένας άλλος ακαδημαϊσμός, για τον απλούστατο λόγο ότι είναι αντιπολίτευση, μειοψηφία. (Φυσικά μπορεί να γίνει στο μέλλον, όταν και αν επικρατήσει). Ούτε είναι ακαδημαϊσμός αν η αντιπολίτευση αυτή εμπνέεται από παλαιότερα πρότυπα και πρεσβεύει την επιστροφή σ’ εκείνα. Το σημαντικότερο αισθητικό κίνημα των ευρωπαϊκών Νέων Χρόνων, η Αναγέννηση, ήδη απ’ τον τίτλο της, υποστήριζε την επιστροφή στα κλασσικά ιδεώδη και τα πρότυπα της Αρχαιότητας. Όμως δεν ήταν ούτε ακαδημαϊσμός, ούτε οπισθοδρόμηση – ήταν Επανάσταση.

8. Όλη η τέχνη, μεγάλη και μικρή, αναπτύσσεται όταν υπάρχουν κατάλληλες συνθήκες. Όταν λείψουν, απαξιώνεται και σβήνει. Υπάρχουν λόγοι που η λογοτεχνία βουβάθηκε επί τόσους αιώνες μετά την αρχαιότητα, που μετά τον Σαίξπηρ έπρεπε να περιμένουμε τον 20ό αιώνα για να δούμε νέους αξιόλογους Βρετανούς δραματουργούς, που η σημερινή ποίηση δεν έχει αναγνώστες. Και δεν είναι ματαιόσπουδο να τους συζητάμε αυτούς τους λόγους.

* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗΣ είναι ποιητής και μεταφραστής. Τελευταίο βιβλίο του η συλλογή δοκιμίων «Τι είναι και τι δεν είναι η ποίηση» (εκδ. Μικρή Άρκτος).