Οδοιπορικό στο Σούλι και στο Ζάλογγο (αναδημοσίευση)

Το οδοιπορικό του συνεργάτη μας Βαγγέλη Γυφτόπουλου στο Σούλι και το Ζάλογγο, πρωτοδημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Φως”

Η Ελλάδα γιορτάζει την επέτειο της 25ης Μαρτίου 1821, όπου σηκώθηκε το λάβαρο της λευτεριάς και ξεκίνησε ο αγώνας για την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό. Ευλαβικά οι Έλληνες θα τιμήσουν τη μνήμη των προγόνων τους που πολέμησαν για την πατρίδα και την ελευθερία και με περηφάνια θα γίνουν παρελάσεις σε όλη την Ελλάδα. Στην περιοχή της Ηπείρου και όχι μόνο ξακουστοί είναι οι αγώνες και οι θυσίες των Σουλιωτών για να μην πατήσει εχθρικό πόδι στα χώματά τους. Όσες προσπάθειες και πολέμους και αν έκανε ο Αλή Πασάς των Ιωαννίνων, δεν μπόρεσε να καθυποτάξει το Σούλι. Στο μέτωπο του πολέμου κατατροπώθηκε όσες φορές επιχείρησε να καταλάβει τα χωριά του Σουλίου. Και ας είχε δεκαπλάσιο και ακόμα περισσότερο στρατό Τουρκαλβανών. Τα όπλα των Σουλιωτών ζύγιζαν βαριά, γιατί τα κρατούσαν πραγματικά παλικάρια. Όπως γράφουν οι ιστορικοί, ο Αλή Πασάς, όταν γύριζε ηττημένος και ταπεινωμένος στα Γιάννινα μετά από πολεμικές επιχειρήσεις, απαγόρευε στους κατοίκους των Ιωαννίνων να βγαίνουν στα παράθυρα και να βλέπουν τα πανικοβλημένα ασκέρια του, επί ποινή θανάτου. Λέγεται ότι μετά τη μεγάλη ήττα τον Ιούλιο του 1792, όταν τον πήραν στο κυνήγι οι Σουλιώτες, έσκασαν δύο άλογα από το τρέξιμο για να προλάβει να γυρίσει στα Γιάννινα. Προσπάθησε να τους διχάσει με μπαμπεσιές, συνέλαβε με ύπουλο τρόπο τον Λάμπρο και τον Φώτο Τζαβέλα, αλλά τα παλικάρια του Σουλίου δεν λύγισαν. Μίλησε η ψυχή τους, ο πατριωτισμός, η λεβεντιά του Έλληνα, η πίστη στην ελευθερία. Όταν δεν μπορούσε να τους υποδουλώσει, υπέγραφε μαζί τους συνθήκες ειρήνης, δίνοντας και αποζημιώσεις.  Όχι γιατί τους συμπαθούσε, αλλά για να μην τους έχει εχθρούς, ειδικά όταν είχε ανοιχτά και άλλα μέτωπα. Και όταν έπεσε το 1803 το Σούλι, οι Σουλιώτες ήταν πάλι αδούλωτοι. Άλλοι έφυγαν για να πολεμήσουν σε άλλες περιοχές και άλλοι προτίμησαν να θυσιαστούν στο Κούγκι, στο Ζάλογγο, στον Πύργο της Ρηνιάσας και στο μοναστήρι του Σέλτσου, πάνω από τον Αχελώο ποταμό, για να μην πέσουν στα χέρια των αλλόθρησκων.
Επισκεφθήκαμε τα μέρη του Σουλίου σε ένα οδοιπορικό για το «ΦΩΣ», εκεί που γράφτηκαν χρυσές σελίδες δόξας και μεγαλείου. Το Σούλι και οι Σουλιώτες είναι ένα λαμπρό κομμάτι στην ελληνική Ιστορία. Αξίζει κάποιος να επισκεφτεί αυτά τα άγια χώματα, τους απόκρημνους βράχους και τα κάστρα, τις πολεμίστρες, το Κούγκι, το Ζάλογγο, εκεί όπου ζούσαν οι λεβέντες, εκεί όπου οι γενναίες Σουλιώτισσες έπιαναν το ντουφέκι για να ξεκουράσουν τους άνδρες τους. Εκεί όπου αισθάνεσαι ως επισκέπτης δέος, έχοντας στο μυαλό πόσα παλικάρια χάθηκαν σε εκείνες τις ράχες των βουνών για να κυματίζει αγέρωχη η σημαία της ελευθερίας. Μιλήσαμε με τον δήμαρχο της περιοχής Γιάννη Καραγιάννη, έναν δραστήριο τοπικό άρχοντα που προσπαθεί να κάνει το καλύτερο δυνατό για τον τόπο του και με όσους κατοίκους βρήκαμε στην περιοχή. Κάποιοι αισθάνθηκαν έκπληξη πως μια αθλητική εφημερίδα κάνει θέμα για το Σούλι, καταγράφοντας πως είναι σήμερα η περιοχή, τι μπορεί να δει κάποιος επισκέπτης και πως μπορεί να αναπτυχθεί τουριστικά με μελετημένες παρεμβάσεις, χωρίς να αλλάξει η ιστορική ταυτότητα. Όπως έγραψε στην «Καθημερινή» ο διακεκριμένος δημοσιογράφος και συγγραφέας Σταύρος Τζίμας, Σουλιώτης στην καταγωγή, «το Σούλι με το βαρύ ιστορικό φορτίο και τις άγριες ομορφιές του παραμένει ένας τουριστικά παρθένος τόπος, ο οποίος περιμένει το «λεωφορείο» μιας βιώσιμης ανάπτυξης, στηριζόμενης στη σύγχρονη κτηνοτροφία, που αποτελεί παράδοση του τόπου, και την ήπια τουριστική ανάπτυξη. Η πολιτεία, με τον σχεδιασμό της, οφείλει να θέσει ασφαλιστικές δικλίδες ώστε να αποτρέψει τη δημιουργία ενός ακόμη τουριστικού Ελντοράντο. Το καταστροφικό «μοντέλο» της τουριστικής «αρπαχτής» που συντελείται ήδη στις όχθες του γειτονικού Αχέροντα, και σε άλλους ανά την Ελλάδα ιστορικούς χώρους, δεν πρέπει να ανηφορίσει στο Σούλι, για να το ρημάξει».

Στον δρόμο για το Σούλι

Από την Εγνατία οδό τραβήξαμε πρώτα για την Παραμυθιά για τον πρώτο πρωινό καφέ, πριν ανηφορίσουμε για το ξακουστό Σούλι. Όμορφη πόλη, χτισμένη αμφιθεατρικά στους πρόποδες του βουνού, ενώ από κάτω απλώνεται η κοιλάδα του Αχέροντα. Καθαροί δρόμοι, ωραία μαγαζιά, καλοδεχούμενος κόσμος. Η Παραμυθιά παλαιότερα ήταν το μεγαλύτερο διοικητικό, οικονομικό και πνευματικό κέντρο της Θεσπρωτίας. Μεγάλη και η ιστορία της, με πολλά μνημεία. Είναι η έδρα του δήμου Σουλίου όπως και η έδρα της Ιεράς Μητρόπολης Παραμυθιάς, Φιλιατών, Γηρομερίου και Πάργας. Στη συνέχεια ξεκινήσαμε για το Σούλι. Πριν από το χωριό Γλυκή, όπου εκεί κοντά έχει και τις πηγές ο Αχέροντας, πήραμε τον ανηφορικό δρόμο για να ξακουστά Σουλιωτοχώρια. Ένας κοινός επαρχιακός δρόμος, με στροφές και πέταλα, με την επιβαλλόμενη προσοχή σε κάποια σημεία. Ανεβαίνοντας στα πρώτα χιλιόμετρα, έχουμε καταπληκτική θέα στην κοιλάδα του Αχέροντα, φτάνοντας το μάτι μέχρι το Ιόνιο Πέλαγος.
Φτάσαμε στο Σούλι και στον τόπο όπου κάθε χρόνο στην τελευταία Κυριακή του Μαΐου γίνονται οι εκδηλώσεις μνήμης και εικονική ανατίναξη του Κουγκίου τιμώντας την αυτοθυσία και τη γενναία πράξη του καλόγηρου Σαμουήλ. Ο πυρήνας του Σουλίου ήταν τα τέσσερα χωριά Σούλι, Σαμονίβα, Αβαρίκο, Κιάφα, το γνωστό και ιστορικά ως «τετραχώρι». Βρίσκονται σε ένα οροπέδιο μεταξύ των βουνών της Παραμυθιάς και του Σουλίου. Αργότερα προστέθηκαν και άλλα επτά χωριά, τα λεγόμενα παρασουλιώτικα χωριά, όπου κατοίκησαν Σουλιώτες μετακινούμενοι από το τετραχώρι. Υπήρξε περίοδος που στην επιρροή των Σουλιωτών ήταν γύρω στα 70 χωριά της περιοχής Λάκκας Σουλίου, ένα ορεινό τμήμα των νομών Θεσπρωτίας, Ιωαννίνων και Πρέβεζας. Είχε ιδρυθεί η Συμπολιτεία των Σουλιωτών. Αυτό δεν μπορούσε να χωνέψει με τίποτα ο Αλή Πασάς.
Όπως γράφουν οι ιστορικοί, οι Σουλιώτες ήταν λιτοδίαιτοι, σκληραγωγημένοι, άριστα εκπαιδευμένοι στα όπλα, πραγματικοί Σπαρτιάτες. Την τέχνη του πολέμου ήξεραν πολύ καλά και οι γυναίκες που οπλοφορούσαν. Όταν υπήρχε ανάγκη, έπιαναν και αυτές τα καραούλια. Τα παιδιά σε ηλικία 14 ετών ήταν κανονικοί πολεμιστές και καπετάνιοι. «Οι Σουλιώτες με τα άρματα τρώγουν, με αυτά κοιμούνται, με αυτά ξυπνούν» γράφει ο Χριστόφορος Περραιβός. Πολλές οικογένειες συγκροτούσαν τις φάρες, με πιο ξακουστές των Τζαβελλαίων και των Μποτσαραίων. Οι φάρες όριζαν τους καπετάνιους, ενώ εκπρόσωποι αυτών όριζαν τον πολέμαρχο σε περιόδους πολέμου. Οι Σουλιώτες πίστευαν πολύ στον λόγο, στην μπέσα και όποιος δεν τηρούσε αυτά, τιμωρούταν αυστηρά. Υπήρχε το βουλευτήριο όπου συνεδρίαζαν και έπαιρναν αποφάσεις. Οι νόμοι τους ήταν άγραφοι και τη δικαιοσύνη απένειμαν εκπρόσωποι των κατοίκων. Υπήρχε μεγάλος σεβασμός στη γυναίκα.
Πριν από τον Αλή Πασά ο Χατζή Αχμέτ Πασάς των Ιωαννίνων  προσπάθησε δύο φορές, το 1721 και το 1731, να τους καθυποτάξει, χωρίς αποτέλεσμα. Το ίδιο και ο Αλή Πασάς, που έγινε πασάς των Ιωαννίνων τον Οκτώβριο του 1788. Το Σούλι του προκαλούσε εφιάλτες. Όσες πολεμικές επιχειρήσεις με χιλιάδες Τουρκαλβανούς έκανε, γνώρισε ταπεινωτικές ήττες. Από το 1800 άρχισε τον αποκλεισμό από στεριά και θάλασσα. Μόνο έτσι θα λύγιζε από την πείνα τους Σουλιώτες. Με συμφωνία αποχώρησαν από το Σούλι το 1803. Όμως και πάλι ο δολοπλόκος πασάς των Ιωαννίνων τους φέρθηκε μπαμπέσικα και δεν τήρησε τον λόγο του κυνηγώντας τους Σουλιώτες.

Ο Βαγγέλης Γυφτόπουλος στην είσοδο του Σουλίου
Το μνημείο που γίνεται κατάθεση στεφάνων και προσκλητήριο πεσόντων στις γιορτές του Σουλίου

Στο βουλευτήριο και στο σπίτι του Τζαβέλα

Ευρισκόμενοι στο Σούλι, είδαμε σε πολλά σημεία πεσμένα σπίτια, πολεμίστρες και κάποια ανακαινισμένα σπίτια που κάπνιζαν, ως ένδειξη ότι υπάρχει ζωή. Στο κέντρο της περιοχής είναι ο χώρος που γίνονται κάθε χρόνια οι εκδηλώσεις στην τελευταία Κυριακή του Μαΐου. Είναι το δημοτικό σχολείο και μπροστά οι προτομές των ηρώων Φώτου Τζαβέλα, Μάρκου Μπότσαρη, καλόγερου Σαμουήλ και Τζήμα Ζέρβα. Παραδίπλα είναι το μνημείο όπου γίνεται η κατάθεση στεφάνων και προσκλητήριο νεκρών. Σε μαρμάρινη πλάκα υπάρχει ένα τμήμα από την επιστολή που έστειλε ο Λάμπρος Τζαβέλας στον Αλή Πασά, όταν κρατούσε φυλακισμένο τον γιό του, Φώτο Τζαβέλα, και απειλούσε ότι θα τον σκοτώσει, γράφοντας: «Αν ο υιός μου νέος καθώς είναι δεν μένει ευχαριστημένος ν’ αποθάνει δια την πατρίδα του, αυτός δεν είναι άξιος να ζήσει και να γνωρίζεται ως υιός μου». Δίπλα από το μνημείο πεσόντων είναι τα πηγάδια όπου έπαιρναν νερό οι Σουλιώτες. Πριν φτάσουμε στο Σούλι, μια ταμπέλα αριστερά μας οδήγησε στο σπίτι του Λάμπρου και της Μόσχως Τζαβέλα. Η Μόσχω Τζαβέλα ήταν καπετάνισσα. Παρατηρώντας την προτομή της, μας ήρθε στο μυαλό μια ιστορία που διαβάσαμε ότι στη μάχη με τον Αλή Πασά στις 20 Ιουλίου 1792 κάποια στιγμή ζεστάθηκαν τα όπλα και δεν λειτουργούσαν. Τότε οι γυναίκες, με επικεφαλής τη Μόσχω Τζαβέλα, κυνήγησαν τους Τούρκους με πέτρες, ξύλα και όπλα. Το σπίτι ανακαινίστηκε από τους απογόνους τους και τα εγκαίνια έγιναν στις 24 Οκτωβρίου 2021. Είναι ένα πέτρινο σπίτι με την παλιά αρχιτεκτονική. Με μικρά παράθυρα, πολεμίστρες, κρύπτες και εξόδους διαφυγής. Όπως ήταν τότε τα πέτρινα σπίτια, σαν μικρά κάστρα. Με δέος γυρίζουμε στην περιοχή, παρά την βροχή που έπεφτε, για να φωτογραφίσουμε τα μνημεία. Παντού υπάρχει και κάτι που να θυμίζει το ένδοξο παρελθόν.

Οι προτομές της Μόσχως και του Λάμπρου Τζαβέλα έξω από το σπίτι τους
Το σπίτι του Λάμπρου και της Μόσχως Τζαβέλα όπως ανακαινίστηκε από τους απογόνους 7ης και 8ης γενιάς

Ανεβαίνοντας στην Κιάφα και το Κούγκι

Ώρα για να ιδρώσουμε τη….φανέλα και να πάμε στο κάστρο της Κιάφας και στο Κούγκι. Στον λόφο της Κιάφας είναι απομεινάρια από παλιά σπίτια και το κάστρο το οποίο σε πολλά σημεία έχει καταστραφεί. Εκεί ήταν πολλές φορές η γραμμή άμυνας των Σουλιωτών πριν αρχίσουν τις αντεπιθέσεις. Η όλη περιοχή είναι σαν ένα πέρασμα ανάμεσα σε δύο οροσειρές. Εκεί παγίδευαν τους Τουρκαλβανούς. Τους άφηναν να πλησιάσουν, να εισχωρήσουν στα μέρη τους και μετά, αφού τους περικύκλωναν, τους τσάκιζαν στην κυριολεξία. Από την Κιάφα τραβάμε για το Κούγκι. Το αυτοκίνητο φτάνει μέχρι την εκκλησία του Αγίου Δονάτου. Χτίστηκε από τους Σουλιώτες το 1793, στην κορυφή του λόφου, στη ράχη του δράκου. Ο Άγιος Δονάτος είναι και πολιούχος Παραμυθιάς. Οι Σουλιώτες ήταν θρησκευόμενος λαός και η περιοχή είχε πολλές εκκλησίες. Προστάτης τους ήταν ο Άγιος Γεώργιος. Πίσω από την εκκλησία του Αγίου Δονάτου είναι το παρατηρητήριο όπου κάθονται οι επισκέπτες και παρατηρούν την αναπαράσταση ανατίναξης του Κουγκίου που κάνει ο στρατός. Από ένα δύσβατο μονοπάτι, κάνοντας μισή ώρα ποδαρόδρομο, ανεβαίνουμε στην κορυφή του Κουγκίου που είναι η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής. Σε κάποιο σημείο το μονοπάτι είναι επικίνδυνο και δεν θα συνιστούσαμε κανέναν να το περάσει αν δεν είναι σίγουρος για τον εαυτό του. Από τις πρώτες παρεμβάσεις που πρέπει να γίνουν είναι να γίνει πιο βατό και ασφαλές το μονοπάτι που οδηγεί από την εκκλησία του Αγίου Δονάτου στο Κούγκι. Η θέα καταπληκτική και επιβλητική. Νιώθεις για λίγο ότι είσαι αετός. Εκεί, στις 16 Δεκεμβρίου 1803, όταν συμφωνήθηκε με τον Βελή, τον γιό του Αλή Πασά, να αποχωρήσουν οι Σουλιώτες, πήγε αντιπροσωπεία των Τούρκων να παραλάβει από τον καλόγερο Σαμουήλ τα πυρομαχικά. Όταν πλησίασαν, ο Σαμουήλ έβαλε φωτιά στο μπαρούτι και όλοι έγιναν μπουρλότο. Αυτοθυσία για την πατρίδα και την ελευθερία. Η εκκλησία χτίστηκε εκ νέου το 1863 και υπάρχει μέχρι τις μέρες μας, όπως και οι μισογκρεμισμένες πολεμίστρες.
Δίπλα από τον χώρο των εκδηλώσεων λειτουργεί ξενώνας με ταβέρνα. Η κυρία Ευαγγελία Καλώνη, που λειτουργεί τον ξενώνα, μας είπε ότι πηγαίνουν μεμονωμένα στην περιοχή επισκέπτες, κυρίως τα Σαββατοκύριακα.

Το κάστρο της Κιάφας στα κακοτράχαλα βουνά του Σουλίου
Ο Βαγγέλης Γυφτόπουλος έξω από την εκκλησία της Αγίας Παρασκευής στο Κούγκι όπου έγινε το ολοκαύτωμα από τον καλόγερο Σαμουήλ

Τι είπε στο «ΦΩΣ» ο δήμαρχος Σουλίου

Το Σούλι δεν υπάρχει στον τουριστικό χάρτη. Δεν είδαμε επισκέψεις στην περιοχή, γιατί δεν υπάρχουν υποδομές για κάτι τέτοιο. Ο δήμαρχος Σουλίου Γιάννης Καραγιάννης, μιλώντας στο «ΦΩΣ», τόνισε ότι εκπονήθηκε μελέτη από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο για το τι πρέπει να γίνει στην περιοχή για μια βιώσιμη και ισορροπημένη με τον τουρισμό ανάπτυξη. «Υπάρχουν επισκέπτες αλλά όχι σε μεγάλη έκταση» μας είπε ο δήμαρχος, συνεχίζοντας: «Στη μελέτη του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου περιλαμβάνονται πολλές παρεμβάσεις, όπως οριοθέτηση περιοχών στις οποίες θα μπορούν οι κτηνοτρόφοι να πηγαίνουν τα ζώα τους. Στην περιοχή του Σουλίου εμπλέκονται πολλά υπουργεία και πολλοί φορείς. Μας είπε η υπουργός Πολιτισμού κυρία Μενδώνη ότι θα φτιάξει μια επιτροπή από όλα τα συναρμόδια υπουργεία για να δοθεί μια λύση και για το ιδιοκτησιακό θέμα στο οποίο έχουμε πολλά προβλήματα και να δούμε κατά πόσο, αν γίνεται, να παραχωρηθούν κατά χρήση σε απογόνους γνωστών σουλιώτικων οικογενειών για να φτιάξουν με δικά τους έξοδα τα σπίτια των προγόνων τους, όπως έγινε με την οικία Τζαβέλα. Θα έχουν τη χρήση όχι την κυριότητα. Εμπλέκονται πολλοί φορείς όπως και η αρχαιολογική υπηρεσία Θεσπρωτίας και εκεί είναι το πρόβλημα, πως θα γίνει ο συντονισμός όλων αυτών». Ο περιφερειάρχης Ηπείρου Αλέξανδρος Καχριμάνης στα εγκαίνια της οικίας Τζαβέλα είχε πει ότι βάσει αυτής της μελέτης θα γίνουν έργα από το ΕΣΠΑ για την αναβάθμιση της περιοχής, χωρίς ασφαλώς να αλλοιωθεί η ιστορική ταυτότητα.
Ο δήμος Σουλίου προσπαθεί να βοηθήσει τα χωριά της περιοχής, με τον δήμαρχο Γιάννη Καραγιάννη να τονίζει στο «ΦΩΣ»: «Έχουν δρομολογηθεί κάποια έργα. Η Περιφέρεια Ηπείρου την προηγούμενη εβδομάδα έστειλε γεωλόγους για να δουν τον δρόμο από τη Γλυκή μέχρι το Τσαγγάρι, όπως είχαμε ζητήσει με έγγραφα που στείλαμε. Μας διαβεβαίωσε ο περιφερειάρχης ότι τα επικίνδυνα σημεία του δρόμου θα φτιαχτούν, για να υπάρχει ασφαλής πρόσβαση στους χώρους του Σουλίου. Με μηχανήματα του δήμου έχουμε διανοίξει όλους τους αγροτικούς δρόμους για να διευκολύνουμε τους κτηνοτρόφους. Εμείς θέλουμε οι Σουλιώτες να μείνουν στον τόπο τους και να αναπτύξουν την κτηνοτροφία». Η λέξη «Σουλιώτης» είναι τίτλος τιμής για τους κατοίκους της περιοχής. Με καμάρι ο δήμαρχος δηλώνει στο «ΦΩΣ»: «Αν δεν υπήρχαν οι Σουλιώτες, πιστεύω ότι δεν θα υπήρχε και ελληνική επανάσταση. Η εμμονή του Αλή Πασά να καθυποτάξει το Σούλι έφερε στρατεύματα από την Πελοπόννησο. Αυτό διευκόλυνε να ξεκινήσει η επανάσταση του ’21. Και μετέπειτα οι Σουλιώτες μετείχαν σε όλους τους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες του έθνους. Οι Σουλιώτες λειτουργούσαν όπως λειτουργούν σήμερα τα επίλεκτα σώματα των ειδικών δυνάμεων».

Ο δήμαρχος Σουλίου Γιάννης Καραγιάννης που μίλησε στο «ΦΩΣ»

Από το Σούλι στο Ζάλογγο

Φεύγουμε από το Σούλι και τραβάμε για το Ζάλογγο. Είναι στον νομό Πρέβεζας, πάνω από το χωριό Καμαρίνα και το μοναστήρι του Αγίου Δημητρίου. Οι Σουλιώτες που έφυγαν από το Σούλι το 1803 κυνηγήθηκαν από 3000 Τουρκαλβανούς της περιοχής. Εξήντα γυναίκες και 13 άνδρες ανέβηκαν στην ψηλότερη κορυφή του Ζαλόγγου, στη Στεφάνη, και αφού έριξαν τα παιδιά τους στον γκρεμό έπεσαν και αυτές. Σύμφωνα με την παράδοση, έπεσαν στον γκρεμό χορεύοντας τον χορό του Ζαλόγγου «στη στεριά δεν ζει το ψάρι, ούτε ανθός στην αμμουδιά και οι Σουλιώτισσες δεν ζούνε δίχως την ελευθεριά…».
Εκεί έχει στηθεί μνημείο που να θυμίζει την αυτοθυσία. Η θεμελίωση έγινε το 1950 και η ολοκλήρωση το 1961. Για να κοιτάξεις από κάτω το μνημείο, σου πέφτει το καπέλο σηκώνοντας τόσο ψηλά το κεφάλι! Για να φτάσουμε μέχρι την κορυφή ανεβήκαμε πεζόδρομο με 409 σκαλοπάτια. Τόσα είναι ακριβώς, τα μετρήσαμε ένα ένα. Πέρα από την ιστορικότητα και την ευλαβικότητα του χώρου, υπάρχει φοβερή θέα προς τις παραλίες της Πρέβεζας και των γύρω περιοχών. Σε απόσταση 35 χιλιομέτρων από το Ζάλογγο, πάνω από το χωριό Ριζά, υπάρχει το κάστρο της Ρηνιάσας. Εκεί σε επίθεση σε γυναικόπαιδα των Τουρκαλβανών, η Δέσπω Μπότση, γυναίκα του οπλαρχηγού Γιωργάκη Μπότση, αμύνθηκε με 78 Σουλιώτες στον πύργο του Δημουλά στις 25 Δεκεμβρίου 1803. Και για να μην πέσουν στα χέρια των εχθρών, ανατίναξε το κάστρο. Για χάρη της γράφτηκε και το ποίημα «η Δέσπω αφέντες Λιάπηδες δεν έκανε δεν κάνει…». Ήταν το δεύτερο Κούγκι σε διάστημα ολίγων ημερών. Ακολούθησε και η θυσία του Σέλτσου, όπου 200 γυναικόπαιδα έστησαν δεύτερο Ζάλογγο, πέφτοντας στα νερά του Αχελώου.
Αυτοί ήταν οι Σουλιώτες που πολέμησαν πριν και μετά την Επανάσταση του 1821. Πραγματικοί ήρωες, γενναίοι πατριώτες. 

Βαγγέλης Γυφτόπουλος

Το μνημείο στο Ζάλογγο που θυμίζει τον χορό των γυναικών που έπεσαν στον γκρεμό
Παραδοσιακό κτίριο του δήμου Σουλίου με τις προτομές από αριστερά των Τζήμα Ζέρβα, Μάρκου Μπότσαρη, καλόγερου Σαμουήλ και Φώτου Τζαβέλα