Απολογία για το ποδόσφαιρο

Η Αεκάρα μας έδωσε ακόμη μια χαρά, παίζοντας ωραία μπάλα, και μάλιστα ύστερα από μεγάλο διπλό στο Μπράιτον στο Ηνωμένο Βασίλειο. Δικαίως υπήρξε αντίδραση για το πανό που ανέβηκε στο πέταλο των οργανωμένων του ΠΑΟ. Θέλω, όμως, να ξεκαθαρίσω κάτι: αυτό το απαράδεκτο πανό ΔΕΝ χαρακτηρίζει τους αμέτρητους φίλους του ΠΑΟ, ούτε καν το σύνολο των οργανωμένων. Έχω πολλούς φίλους Παναθηναϊκούς, και κανα δυο οργανωμένους. Ξέρω ότι αηδιάζουν με τέτοιες κινήσεις, όπως ξέρω ότι το οπαδικό κίνημα – τουλάχιστον στην Ελλάδα – είναι κατεστραμμένο. Από τότε που μπήκαν τα ναρκωτικά, από τότε που οι οργανωμένοι όλων των ομάδων γίνανε στρατοί παραγόντων κλπ.

Δυστυχώς, δεν ξέρω αν μπορούμε να έχουμε υγιές ποδόσφαιρο σε μια άρρωστη κοινωνία, δεν είναι άσχετο το ένα από το άλλο. Υπήρξα οργανωμένος για ένα μικρό διάστημα και έβλεπα συνδεσμίτες να μην συνεισφέρουν στα έξοδα του συνδέσμου: νοίκι, ρεύμα, νερό και συνδρομητική τηλεόραση. Δεν είναι άσχετο το τελευταίο με τις παθογένειες του οπαδικού κινήματος στην Ελλάδα. Στη Γερμανία οι ποδοσφαιρικές ομάδες είναι σύλλογοι (verein) επειδή ομοσπονδιακός νόμος ορίζει ότι το 50 + 1 % ανήκει υποχρεωτικά σε μεμονωμένους οπαδούς, δηλαδή, πρόκειται για συλλόγους λαϊκής βάσης και όχι Ανώνυμες Εταιρίες.

Πιστεύετε ότι μπορούν να υπάρξουν ποδοσφαιρικοί σύλλογοι λαϊκής βάσης στην Ελλάδα; Στην χώρα που ελάχιστοι νοιάζονται για το κοινό καλό και στην χώρα που τα περισσότερα παιδιά μεγαλώνουν ακούγοντας να τους λένε “κοίτα τη δουλειά σου” και “εσύ θα βγάλεις το φίδι από την τρύπα” πόσο πιθανό είναι να λειτουργήσει κάτι τέτοιο;

Τότε γιατί ασχολούμαι; Επειδή, έχω σκίσει το δέρμα από τα γόνατά μου – όταν ήμουν μικρός – πέφτοντας στον χαλικόδρομο που ήταν τότε η Ζαλόγγου και Μπιζανίου, ύστερα από τζαρτζάρισμα. Επειδή τόσα χρόνια παίρνω από το λαοφιλέστερο άθλημα πίκρες και χαρές που με σημάδεψαν. Γιατί, ένας ποδοσφαιρικός αγώνας μοιάζει με μια παράσταση της όπερας: η αναμέτρηση είναι το επί σκηνής δράμα με τους πρωταγωνιστές, τους δευτεραγωνιστές, τους κομπάρσους, τον θρίαμβο και την τραγωδία· τα δεξιοτεχνικά κόλπα των παικτών είναι οι χορογραφία, ενώ τα συνθήματα είναι τα άσματα με το λιμπρέτο τους. Εξάλλου, ο μεγάλος Σοβιετικός κλασικός συνθέτης του 20ου αιώνα, Ντμίτρι Σοστακόβιτς πολύ γλαφυρά εξέφρασε την αγάπη του για το ποδόσφαιρο, χαρακτηρίζοντάς του ως “το μπαλέτο των μαζών”. Άλλωστε, ο ίδιος ήταν οπαδός της Ζενίτ Αγίας Πετρούπολης (όπως λέγεται σήμερα), ενώ, όταν έπεσε σε δυσμένεια από το σταλινικό καθεστώς και του απαγόρευαν να παρουσιάζει τα έργα του, βιοποριζόταν ως αθλητικογράφος. Επίσης, με τον κίνδυνο να χαρακτηριστώ αντιδραστικός (με την μαρξιστική έννοια), βρίσκω υπέροχο το γεγονός ότι όσοι βρίσκονται στην κερκίδα, ξεχνούν τα πάντα: τάξη κοινωνική και οικονομική και πάει λέγοντας. Μην ξεχνάμε ότι, όπως έχει δηλώσει ο παλαίμαχος της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, ο σπουδαίος Ερίκ Καντονά: “τα πάντα μπορείς να αλλάξεις: κόμμα, θρησκεία, γυναίκα, όλα! Δεν μπορείς να αλλάξεις ομάδα”.