Αλιεύοντας …νάρκες!

Σκέψεις που εντοπίσαμε σερφάροντας στον ελληνόγλωσσο κυβερνοχώρο

“Η σχεδόν απόλυτη μονοκρατορία, κατά τον 21ο αιώνα, των τεχνοεπιστημών είναι μία εμφανώς σκοταδιστική βιοπολιτική επιλογή, που ασφαλώς έχει ήδη πολύ αρνητικές συνέπειες, όχι μόνο για την ανθρώπινη σκέψη, αλλά και για την ελευθερία και τη δημοκρατία. Αυτό σημαίνει ότι απαιτείται, άμεσα, η δημιουργία ενός νέου μετανεωτερικού και πλανητικού διαφωτιστικού κινήματος, το οποίο οφείλει να είναι προγραμματικά όχι μόνο «διεπιστημονικό» αλλά «πολυ-επιστημονικό» και πολυφωνικό. Ακριβώς όπως ήταν και ο Διαφωτισμός που εμφανίστηκε στην Ευρώπη κατά τα μέσα του 17ου και στις αρχές του 18ου αιώνα, και έκτοτε άλλαξε τον ανθρώπινο τρόπο σκέψης συνολικά.”

“Και η αποτυχία του ιστορικού Διαφωτισμού, όπως και η αποτυχία της Αναγέννησης οφείλονται στο ότι σκέψεις και γνώσεις που τέθηκαν ως ερωτήματα έλαβαν απάντηση, δογματική/ολοκληρωτική συνήθως, υπερβατική υπό το πέπλο της εκκοσμίκευσης, έτσι που το ερώτημα χάθηκε ή εμφανίστηκε υπό λογιών μανδύες για την αυτοϊκανοποίηση μιας συστηματοποιημένης γνώσης με θλιβερά αποτελέσματα απανθρωπισμού και καταστροφής της Φύσης, η οποία φέρει σήμερα το γελοίο όνομα «Περιβάλλον». Δρόμος δίχως γυρισμό.”

“Ο Homo sapiens δεν είναι το μοναδικό ζωικό είδος που καταφεύγει συστηματικά στα ψεύδη και την εξαπάτηση. Κάθε ζωντανός οργανισμός αντιμετωπίζει διαρκώς το δίλημμα να εξαπατά ή να εξαπατάται και όταν συμβαίνει το πρώτο επιβιώνει, ενώ όταν συμβαίνει το δεύτερο το πληρώνει συνήθως με τη ζωή του. Ετσι κάθε μορφή ζωής πάνω στη Γη, από τους απλούς μονοκύτταρους οργανισμούς μέχρι τα πιο πολύπλοκα πρωτεύοντα θηλαστικά, για να επιβιώσει και να αναπαραχθεί οφείλει να επινοεί νέες εξαπατητικές προσαρμογές και παραπλανητικές συμπεριφορές.”

“Για να κρύψουν την έλλειψη πραγματικών σκέψεων, κάποιοι έχουν εφεύρει μια εντυπωσιακή μηχανή που κατασκευάζει μεγάλες σύνθετες λέξεις, περίπλοκες κοινοτοπίες, ατέλειωτες προτάσεις, νέες και ανήκουστες εκφράσεις, που όλα αυτά μαζί δημιουργούν μια κατά το δυνατόν δύσκολη γλώσσα, που δίνει την εντύπωση της ευρυμάθειας.

Όμως, με όλα αυτά, στην ουσία δεν λένε τίποτα: όποιος τους ακούει, δεν γίνεται αποδέκτης σκέψεων, δεν νιώθει τη γνώση του να αυξάνει, αλλά αισθάνεται την ανάγκη να αναστενάξει: “Ακούω τον μύλο να γυρίζει, αλεύρι όμως δεν βλέπω” -ή βλέπει επιτέλους καθαρά πόσο λειψοί, πόσο χαμερπείς, πόσο άχρωμοι είναι αυτοί που κρύβονται πίσω απ΄ αυτή τη βαρύγδουπη απεραντολογία.”

“«Μελετήστε και τις δύο απόψεις και μετά αποφασίστε». Αυτή είναι μία απλή, ξεκάθαρη και λογική συμβουλή.

Και όταν σχετίζεται με ζητήματα όπως οι εμβολιασμοί, η κλιματική αλλαγή, ο κορωνοϊός , μπορεί να είναι επικίνδυνη, καταστροφική, ακόμα και θανάσιμη. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται από τους περισσότερους ανθρώπους για να καθοδηγήσουν τις πιο πολλές αποφάσεις τους στη ζωή – η συλλογή πληροφοριών, η αξιολόγησή τους βάσει των όσων γνωρίζουν, και η επιλογή συγκεκριμένου τρόπου δράσης – μπορεί να οδηγήσουν σε θεαματικές αποτυχίες όταν πρόκειται για κάποιο επιστημονικό ζήτημα.

Ο λόγος είναι απλός: οι περισσότεροι από εμάς, ακόμα και όσοι είμαστε οι ίδιοι επιστήμονες, δεν διαθέτουμε τη σχετική επιστημονική εμπειρογνωμοσύνη για να αξιολογήσουμε επαρκώς αυτά τα επιστημονικά στοιχεία μόνοι μας. Στους δικούς μας τομείς, είμαστε ενήμεροι για όλη τη σειρά δεδομένων, για τον τρόπο με τον οποίο όλα τα κομμάτια του παζλ ενώνονται μεταξύ τους και ποια είναι τα όρια της γνώσης μας.

Όταν οι μη ειδικοί υιοθετούν απόψεις για αυτά τα ζητήματα, είναι αμέσως ξεκάθαρο σε εμάς πού είναι τα κενά στην αντίληψή τους και πού έχουν παραπλανήσει τους εαυτούς τους στη συλλογιστική τους. Όταν ασπάζονται τα επιχειρήματα ενός επιστήμονα με την αντίθετη, από την πλειοψηφία, άποψη, αναγνωρίζουμε ποια στοιχεία παραβλέπουν, παρερμηνεύουν ή παραλείπουν. Αν δεν ξεκινήσουμε να εκτιμάμε την πραγματική εμπειρογνωμοσύνη, την οποία εύλογα έχουν περάσει μια ολόκληρη ζωή να αποκτήσουν οι ειδικοί, το «να κάνουμε τη δική μας έρευνα» θα μπορούσε να οδηγήσει σε ανυπολόγιστα, αχρείαστα δεινά.
Υπάρχει ένα παλιό ρητό το οποίο έχει αρχίσει να μου αρέσει πρόσφατα: δε μπορείς να μεταπείσεις με τη λογική κάποιον να αλλάξει μία θέση, για την οποία δεν έχει από μόνος του καταλήξει με τη λογική. Όταν οι περισσότεροι από εμάς κάνουν «έρευνα» για ένα θέμα, αυτό που ουσιαστικά κάνουμε είναι να:

διαμορφώνουμε μία αρχική θέση την πρώτη φορά που ακούμε για κάτι,
αξιολογούμε τα πάντα που συναντάμε από εκεί και πέρα μέσω της γνωστής οπτικής του ενστίκτου μας,
βρίσκουμε λόγους για να σκεφτόμαστε θετικά σε σχέση με τα κομμάτια της ιστορίας που υποστηρίζουν ή δικαιολογούν την αρχική μας θέση,
και να βρίσκουμε λόγους να παραβλέψουμε ή αλλιώς να απορρίψουμε τα κομμάτια που την υπονομεύουν.”