Πριν λίγο καιρό έκατσα και ήπια δύο μπίρες με έναν Κύριο (σκόπιμο το κεφαλαίο γράμμα). Πρόκειται για εξέχουσα μορφή της πρεβεζάνικης νυχτερινής ζωής, κατά το παρελθόν και για πολλά χρόνια. Μπορούμε να ισχυριστούμε με ασφάλεια ότι χάρη στον κύριο για τον οποίο γράφω, έχουν γλεντήσει δύο γενιές Πρεβεζάνων.
Αισθάνομαι την ανάγκη να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου απέναντι του· για πολλούς λόγους, αλλά, πρώτιστα, επειδή, έχει εκφραστεί τιμητικά για μένα δημόσια και κατ’ επανάληψη. Μαζί με τις μπίρες που με κέρασε, με φιλοδώρησε με ιστορίες ή, καλύτερα, σύντομα και πολύτιμα μαθήματα· μαθήματα σχετικά με το τι σημαίνει να είσαι επιχειρηματίας σε νυχτερινό μαγαζί στην Ελλάδα και πιο συγκεκριμένα στην Πρέβεζα. Εφόσον μου δώσει την άδεια, σκοπεύω να καταγράψω τις εμπειρίες που έζησε έχοντας συναντήσει κατά την επαγγελματική του πορεία λογιών λογιών ενδιαφέροντες ανθρώπους. Ανθρώπους που είναι ξεχωριστοί, ο καθένας με τον τρόπο του.
Για την ώρα θα αναφέρω ένα συμβάν που, όταν μου το διηγήθηκε, εξεπλάγην σε βαθμό τέτοιο, που να μην ξέρω, “από που μου ήρθε”.
Η ιστορία έχει ως εξής:
Πέντε χρόνια αφότου ο φίλος μας είχε συνταξιοδοτηθεί, τον κάλεσαν από την εφορία να παρουσιάσει τα βιβλία της παλιάς του επιχείρησης. Αν κάποιος ή κάποια δεν γνωρίζει, να τον ενημερώσω ότι το ΤΕΒΕ – στο οποίο ήταν ασφαλισμένος ο φίλος μας – προκειμένου να εγκρίνει το κάθε αίτημα για συνταξιοδότηση, πρέπει να έχουν ελεγχθεί τα βιβλία για τυχόν εκκρεμότητες, να έχουν διευθετηθεί οι τυχόν εκκρεμότητες, και μόνον τότε ο κάθε ασφαλισμένος και η κάθε ασφαλισμένη δύνανται να λάβουν τη σύνταξή τους. Προκύπτει, λοιπόν, το εύλογο ερώτημα: τα βιβλία δεν τα είχαν ελέγξει, όταν έπρεπε; Πώς έδωσαν την έγκριση; Πρώτο ατόπημα των αρμοδίων. Σειρά έχει το ακόλουθο:
“Κύριε Τάδε, εδώ βλέπουμε ότι για κάποιες συναυλίες που έγιναν στο κατάστημά σας, ναι μεν πληρώσετε τους καλλιτέχνες, βεβαίως πληρώσατε τις απαιτούμενες εργοδοτικές εισφορές, ένσημα κλπ, αλλά δεν καταβάλατε τα δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα”.
Για τους μη γνωρίζοντες – ήμουν και εγώ ένας από αυτούς – όταν κάποιος μαγαζάτορας κλείνει έναν μουσικό ή ένα γκρουπ για μία συναυλία, η διαδικασία είναι η εξής: τους προσλαμβάνει για μία ημέρα – την ημέρα της εμφάνισης – και την επόμενη τους απολύει έχοντας εν τω μεταξύ καταβάλει τους μισθούς και έχοντας “κολλήσει” στον κάθε μουσικό το απαιτούμενο ένσημο. Τώρα, σε ότι αφορά στο δώρο Χριστουγέννων και λοιπά, καταπώς φαίνεται ο εργοδότης/μαγαζάτορας είναι υποχρεωμένος να το καταβάλει, έστω και για ένα μεροκάματο. Για τι ποσό μιλάμε; Της τάξης περίπου των 30 λεπτών (0,30). Ο φίλος μας βρέθηκε να χρωστά πέντε ή έξι ευρώ σε δώρα, μόνο που του επιβλήθηκε πρόστιμο 7.000 ευρώ!
Αυτή την ιστορία την γράφω, αφενός για να δείξω τι υποχρεώσεις έχουν, όσοι διοργανώνουν μουσικές – και άλλες – εκδηλώσεις, αν θέλουν να είναι νόμιμοι, αφετέρου για να καταδειχθούν οι παγίδες που στήνονται είτε εν αγνοία των νομοθετών είτε όχι.
Αλλά για το τελευταίο είμαι σίγουρος πως δεν περίμενες εμένα για να το μάθεις.
Υγ υπάρχει και το ζήτημα των ντι τζέι. Εκεί τα πράγματα είναι επίσης απαράδεκτα, με ένα νομοθετικό πλαίσιο, τέτοιο που τελικά οι καταστηματάρχες να προτιμούν να μην βάλουν ντι τζέι (δισκοθέτη, για τους πιο απαιτητικούς). Αλλά αυτό θα αναλυθεί σε άλλο άρθρο…
Κώστας Μαζιώτης