29 Μαΐου 1453 άνοιξε ο σύρτης της Kερκοπορτας, σύμφωνα με τον θρύλο τουλάχιστον, οι πολεμιστές του Οθωμανού σουλτάνου Μωάμεθ Β’ μπήκαν στην Κωνσταντινούπολη και έσπειραν τον όλεθρο. Τελευταίος χριστιανός αυτοκράτορας ή “βασιλεύς των Ρωμαίων” ήταν ο Κωνσταντίνος ο 11ος της δυναστείας των Παλαιολόγων.
Αυτή η άλωση της Πόλης δεν ήταν η πρώτη. Δυόμιση αιώνες πριν, το 1204, 13 Απριλίου συγκεκριμένα, οι σταυροφόροι της Τέταρτης Σταυροφορίας κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη, λεηλάτησαν, κατέστρεψαν, βίασαν ούτε τους τάφους δεν σεβάστηκαν – όλο αυτό κράτησε μέρες. Ως αποτέλεσμα διαλύθηκε η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ή Βυζαντινή Αυτοκρατορία.
Κάποιοι βυζαντινοί ευγενείς δημιούργησαν δικές τους επικράτειες, μία ήταν η Αυτοκρατορία της Νίκαιας υπό τον Μιχαήλ 8ο Παλαιολόγο. το 1261 ο στρατηγός των Παλαιολόγων Αλέξιος Στρατηγόπουλος, ενώ βρισκόταν με μικρό στράτευμα σε επιχείρηση ανίχνευσης, μαθαίνει ότι το μεγαλύτερο μέρος του στρατού των Λατίνων κατόχων της Πόλης είχε …εκδράμει για στρατιωτικές ασκήσεις. Στην Κωνσταντινούπολη υπήρχε μονάχα μικρό σώμα στρατιωτών – ουσιαστικά η πόλη ήταν ανυπεράσπιστη. Έτσι ο Στρατηγόπουλος αρπάζει την ευκαιρία και αιφνιδιαστικά καταλαμβάνει την Πόλη για λογαριασμό των Παλαιολόγων της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας. Από το 1261 έως το 1453 και την οριστική πτώση της Κωνσταντινούπολης σε τι κατάσταση είναι βρισκόταν η αυτοκρατορία; Ουσιαστικά περιλάμβανε ένα μέρος της Μικράς Ασίας, την Θράκη, την Κωνσταντίνου φυσικά, κάποιο μέρος του Μωριά (Μυστράς κλπ) και κάποια νησιά. Αυτό ήταν όλο. Ο λαός ήταν καθημαγμένος από την βαριά φορολογία των τοπικών αρχόντων και το αυτοκρατορικό θησαυροφυλάκιο ήταν σχεδόν άδειο. Στην πραγματικότητα η Πόλη ήταν έτοιμη να πέσει γύρω στα 1400 από τον Οθωμανό σουλτάνο Βαγιαζήτ, τον επονομαζόμενο Γιλντιρίμ, δηλαδή κεραυνό. Ευτυχώς για τους Βυζαντινούς εμφανίστηκαν οι Μογγόλοι του Ταμερλάνου και η Ρωμανία κέρδισε μισό αιώνα παραπάνω.
Εύκολα καταλαβαίνει κανείς ότι η πτώση ήταν ουσιαστικά προδιαγεγραμμένη και το τέλος παρατεινόταν αγωνιωδώς και μάταια. Παρόλα αυτά, σήμερα, κοντά 600 χρόνια μετά, πολλοί συμπατριώτες μας προβαίνουν σε εκδηλώσεις μνήμης κάθε 29η Μαΐου. Το να το ξεπετάξουμε ως δείγμα εθνικισμού-πατριωτισμού, παρά είναι εύκολο. Πριν από 20 – 30 χρόνια, αυτή η επέτειος δεν φαινόταν να ασκεί τέτοια επίδραση στη σκέψη και το θυμικό τόσων πολλών Ελλήνων. Αντίθετα κατά τα τελευταία εφιαλτικά χρόνια ο συναισθηματικός αντίκτυπος επετείου είναι σαφώς πιο έντονος.
Κατά την προσωπική μου άποψη πρόκειται για νοσταλγία για έναν απολεσθέντα παράδεισο, όσο κι αν φαίνεται ένδειξη συντηρητισμού. Είναι απόλυτα φυσιολογικό όταν το παρόν είναι επώδυνο, και το μέλλον δυσοίωνό, να καταφεύγει κάνεις σε χαρούμενες στιγμές ενός εξιδανικευμένου παρελθόντος. Κακά τα ψέματα, από την εποχή της Μεγάλης Ιδέας που οδήγησε στους νικηφόρους για την Ελλάδα Βαλκανικούς Πολέμους μέχρι σήμερα, η βυζαντινή περίοδος παρουσιάζεται μέσω της σχολικής ιστορίας ως κάτι ένδοξο, ως μία “χρυσή εποχή” του Ελληνισμού.
Σηκώνει κουβέντα το πόσο ένδοξη ή πόσο ελληνική ήταν η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ή πιο σωστά – μακριά από μας η ισοπέδωση – το πότε ολοκληρώθηκε ο εξελληνισμός της αυτοκρατορίας. Βλέπεις η ιστορία δεν είναι κάτι στατικό, τα ιστορικά φαινόμενα αναπτύσσουν δυναμικές και οι ιστορικές περίοδοι αλληλεπικαλύπτονται. Εξάλλου, ποτέ μία περίοδος δεν έχει μονάχα θετικά ή μονάχα αρνητικά. Η περίοδος των Παλαιολόγων ήταν περίοδος οικονομικής και πολιτικής παρακμής, εντούτοις, στον πνευματικό τομέα έχει να παρουσιάσει την Παλαιολόγεια Αναγέννηση των Γραμμάτων και Τεχνών.
Κλείνοντας, οι επέτειοι είναι για να θυμόμαστε και, κυρίως, να αναστοχαζόμαστε ατομικά και συλλογικά. Τώρα οι τελετές μου φαίνονται άνευ σημασίας, αλλά δεν θυμάμαι να με ρώτησε και κανένας.
Κώστας Μαζιώτης