*διατηρούμε την ορθογραφία και την στίξη του πρωτότυπου
Λόγια βαθιάς σοφίας και προσωπικής εμπειρίας του σπουδαίου Γερμανού συγγραφέα σε μια συναρπαστική συνέντευξη από το αρχείο του Θανάση Λάλα.
Ο Γκίντερ Γκρας (Günter Grass), μια από τις πιο εμβληματικές μορφές της γερμανικής λογοτεχνίας, γεννήθηκε το 1927 στην τότε γερμανική πόλη Ντάντσιχ, που σήμερα είναι γνωστή ως Γκντανσκ στην Πολωνία. Η παιδική του ηλικία, γεμάτη από τις αντιφάσεις και τις προκλήσεις της εποχής, θα διαμορφώσει τη μελλοντική του καλλιτεχνική πορεία. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Γκρας βρέθηκε σε ένα κόσμο που αναζητούσε την ταυτότητά του και την αλήθεια του, και αυτός ήταν ο κόσμος που θα τον ενέπνευσε να γίνει καλλιτέχνης.
Από το 1948 έως το 1952, σπούδασε Ζωγραφική στην Ακαδημία Τεχνών του Ντίσελντορφ και αργότερα στο Βερολίνο. Αυτή η περίοδος της εκπαίδευσης του άνοιξε τις πύλες σε έναν κόσμο δημιουργικότητας και έκφρασης, όπου οι ιδέες και οι εικόνες συνδυάζονταν για να δημιουργήσουν κάτι νέο και πρωτότυπο. Το 1956, ο Γκρας δημοσίευσε για πρώτη φορά ποιήματα, αλλά η πραγματική του φήμη ήρθε το 1957 με το θεατρικό έργο “Ο Kατακλυσμός”, το οποίο αποτύπωσε την κοινωνική και πολιτική κατάσταση της εποχής με μια μοναδική ματιά.
Η δεκαετία του ’60 ήταν καθοριστική για τον Γκρας, καθώς παρουσίασε τη μυθιστορηματική “Τριλογία του Ντάντσιχ”, που περιλάμβανε τα έργα “Το τενεκεδένιο ταμπούρλο”, “Γάτα και ποντίκι” και “Σκυλίσια χρόνια”. Αυτά τα έργα δεν ήταν απλώς ιστορίες· ήταν μια βαθιά ανάλυση της γερμανικής κοινωνίας, της ιστορίας και των ανθρώπινων σχέσεων. Ο Γκρας χρησιμοποίησε την τέχνη του για να εξερευνήσει τις πληγές του παρελθόντος και να αναδείξει τις αλήθειες που συχνά παρέμεναν κρυφές.
Ως ένθερμος υποστηρικτής του γερμανικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, ο Γκρας δεν δίστασε να εκφράσει τις πολιτικές του πεποιθήσεις μέσα από τη λογοτεχνία του. Τα έργα του συνδύαζαν την τέχνη με την πολιτική, δημιουργώντας έναν διάλογο που ενέπνευσε πολλές γενιές αναγνωστών. Το 1999, η συμβολή του στη λογοτεχνία αναγνωρίστηκε με την απονομή του Νόμπελ Λογοτεχνίας, μια τιμή που επιβεβαίωσε τη σημασία του στην παγκόσμια λογοτεχνία.
Ωστόσο, η δημόσια εικόνα του Γκρας υπήρξε αμφιλεγόμενη. Το 2006, ενόψει της έκδοσης της αυτοβιογραφίας του “Ξεφλουδίζοντας το κρεμμύδι”, αποκάλυψε ότι είχε πολεμήσει ως μέλος των Ες Ες κατά τη διάρκεια του πολέμου. Αυτή η αποκάλυψη προκάλεσε σάλο και αμφισβήτησε το πολιτικό και ηθικό προφίλ που είχε οικοδομήσει όλα αυτά τα χρόνια. Ο Γκρας βρέθηκε αντιμέτωπος με τις συνέπειες των πράξεών του στο παρελθόν, αναγκάζοντας τον εαυτό του και τους αναγνώστες να αναλογιστούν τις πολύπλοκες σχέσεις μεταξύ τέχνης, πολιτικής και προσωπικής ευθύνης.
Η ζωή και το έργο του Γκίντερ Γκρας είναι μια συνεχής εξερεύνηση των ανθρώπινων συναισθημάτων και των κοινωνικών δομών. Μέσα από τα κείμενά του, μας προσκαλεί να επανεξετάσουμε την ιστορία μας, να αναγνωρίσουμε τα λάθη μας και να επιδιώξουμε ένα καλύτερο μέλλον. Η κληρονομιά του παραμένει ζωντανή, θυμίζοντας μας ότι η τέχνη έχει τη δύναμη να μας μεταμορφώνει και να μας οδηγεί σε νέες συνειδητοποιήσεις.
Όταν ήμουν μικρός, ήξερα να διηγούμαι καταπληκτικές ιστορίες, γεμάτες ψέματα. Της μητέρας μου της άρεσε αυτό, γιατί ήταν ιστορίες γεμάτες ψευδαισθήσεις. Της περιέγραφα, από τα οκτώ μου χρόνια, ταξίδια που θα κάνουμε μαζί και εκείνη με έλεγε Πέερ Γκιντ. Της θύμηζα αυτό τον ψεύτη ήρωα του Ίψεν, τον ψεύτη που υπόσχεται στην μητέρα του όλα τα πιθανά και απίθανα.
Η χιτλερική νεολαία είχε τη δύναμη να σε αποπλανά. Ήταν στη δομή της αντιστασιακή και σε έβγαζε από το σπίτι σου. Οι αρχηγοί της ήταν νέοι άνθρωποι. Δεν υπήρχαν ενήλικοι στην κορυφή της ιεραρχίας. Κάναμε λοιπόν διάφορα πράγματα, από αυτά που έλκουν τους νέους. Ήταν μια περιπέτεια για μας.
Μόνο με τη Δίκη της Νυρεμβέργης πίστεψα ότι υπήρχαν στρατόπεδα συγκέντρωσης. Μετά είδα φωτογραφίες από το στρατόπεδο Μπέργκεν Μπέλσεν, είδα τη φρίκη με τα μάτια μου, αλλά χρειάστηκε πολύς καιρός για να συμβιβαστώ με την ιδέα. Ήμουν 18 ετών και γκρεμιζόταν μέσα μου ένας ολόκληρος ιδεολογικός κόσμος.
Είμαι με το μέρος του Καμί. Όταν ήμουν νέος, τη δεκαετία του ´50, υπήρξε καθοριστική για μένα η διανοητική διαμάχη στη Γαλλία ανάμεσα στον Καμί και τον Σαρτρ. Τότε δεν υπήρχαν ανένταχτοι σ´αυτήν τη διαμάχη και εγώ αποφάσισα να πάω με το μέρος του Καμί. Ο Καμί ήταν ο άνθρωπος της διαρκούς επανάστασης και μου ταίριαζε περισσότερο. Ο Καμί ήταν και παραμένει ένα πρότυπο για μένα.
Δεν υπάρχει κανένα υποκατάστατο για την τέχνη. Είναι μοναδική η προσφορά της. Αποδείχθηκε πάντοτε όσο και αν την απείλησαν ή την περιφρόνησαν, ανθεκτική στον χρόνο και αυτή είναι η αναγκαιότητά της. Για τον άνθρωπο είναι αναγκαίο οτιδήποτε υπερβαίνει τα αυστηρά όρια του χρόνου.
Εμείς οδηγούμε το ανθρώπινο είδος σε εξαφάνιση. Ορισμένες επινοήσεις – όπως η γενετική – έχουν τεθεί στην υπηρεσία του κόσμου και καταναλώνουν όλο και περισσότερη ενέργεια. Παράλληλα αλλάζουν το κλίμα της Γης. Αν σ´ αυτά υπολογίσουμε και τον ολοένα αυξανόμενο ανθρώπινο πληθυσμό, θα καταλάβουμε ότι κάθε μας κίνηση μας φέρνει πλησιέστερα προς την εξαφάνιση ως είδος.
Η ιστορία δεν επιτρέπεται να φαίνεται μόνο στα χέρια των ιστορικών. Ο ιστορικός στηρίζεται σε πολιτικά δεδομένα, πολέμους, συμβάσεις ειρήνης, δυναστείες. Αντίθετα, ο συγγραφέας διηγείται τα γεγονότα και από την πλευρά των πληγέντων, των ανθρώπων με τους οποίους η ιστορία είναι εχθρική, των ατόμων που υφίστανται διώξεις, βιαιότητες.
Ο ηττημένος έχει σπουδαιότερες εμπειρίες. Αλλά πολλές απ’ αυτές είναι επώδυνες. Ο νικητής, στον βαθμό που πιστεύει στη νίκη του, υπόκειται σε μια διαδικασία αποβλάκωσης.
Η επανένωση της Γερμανίας έγινε μόνο με οικονομικά κριτήρια. Δεν υπήρξε σε αυτήν οποιαδήποτε συγκροτημένη πολιτική σκέψη. Οι ιθύνοντες είπαν: «Ζήσατε εκεί για κάποια χρόνια. Τώρα ξεχάστε ό,τι ζήσατε. Ο κουμουνισμός δεν αξίζει τίποτα. Πετάξτε τον. Τώρα αρχίζει η μεγάλη ευτυχία». Δεν μπορεί όμως κανείς να πει σε ανθρώπους που έχουν ζήσει με κάποιον τρόπο επί σαράντα χρόνια, έστω και σε μια δικτατορία, να ξεχάσουν τη ζωή τους, το παρελθόν τους. Αυτό τους αναστατώνει.
Δεν είμαι συγγραφέας για να διασκεδάζω τον αναγνώστη. Εύκολη τροφή του τύπου «ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε» υπάρχει αρκετή. Πιστεύω ότι ένα βιβλίο πρέπει να είναι μια πρόκληση για να ξεπεράσει ο αναγνώστης τον εαυτό του· ότι πρέπει να προκαλεί τον αναγνώστη σε μια συνεργασία. Μόνο τότε μπορεί η λογοτεχνία να έχει διάρκεια στον χρόνο.
Ο συγγραφέας δεν είναι προφήτης. Απλώς γνωρίζει τα πράγματα με έναν άλλο τρόπο από εκείνο των πολιτικών, των οικονομολόγων και των στατιστικολόγων. Σε σχέση με αυτούς, ο συγγραφέας έχει πλατύτερη ενημέρωση και ξέρει περισσότερα πράγματα.
Ο μόνος άνθρωπος της εξουσίας που με γοήτευσε ήταν ο Βίλι Μπραντ. Ήταν ένας πολιτικός που μπορούσε να βλέπει πέρα από τον εαυτό του και που μπορούσε να ακούει. Οι περισσότεροι πολιτικοί δεν μπορούν να ακούσουν. Μιλάνε για τον εαυτό τους.
Η φαντασία δίνει λύσεις. Η πραγματικότητα αντιμετωπίζει πάντα αντικειμενικούς καταναγκασμούς και αυτοί χρειάζονται τη φαντασία για να ξεπεραστούν. Η φαντασία αποδεικνύει με πολλούς τρόπους ότι αυτό που θεωρούσαμε αναγκαιότητα αποτελείται από λεπτομέρειες τις οποίες μπορείς να ανατρέψεις. Αν έπρεπε να σώσω δύο βιβλία, θα έσωζα καταρχάς τη Βίβλο, διότι είναι μια μεγάλη συλλογή υλικού. Έπειτα θα έσωζα ένα από τα μεγάλα περιπετειώδη μυθιστορήματα όπως ο “Δον Κιχώτης”, διότι αυτός ο τρόπος διήγησης βρίσκεται μάλλον κοντά σε όλους τους ανθρώπους.
πηγή: https://olafaq.gr/