Βιβλιοπαρουσίαση: “Ένας γέρος που διάβαζε ιστορίες αγάπης” του Λουίς Σεπούλβεδα

Ο Αντόνιο Χοσέ Μπολίβαρ Προάνιο είναι ένας γέρος κάτοικος της περιοχής της Αμαζονίας. Ζει μόνος, έχοντας χάσει νωρίς τη σύζυγό του, και έχοντας περάσει κάποια χρόνια της ζωής του μαζί με τους ιθαγενείς κατοίκους της ζούγκλας, είναι ο ιδανικός να επιστρατευθεί στο κυνήγι ενός άγριου αιλουροειδούς που σπέρνει τον θάνατο στους ανθρώπους της περιοχής. Βλέπετε, ένας λευκός από την Βόρειο Αμερική, ένας “γκρίνγκο”, σκότωσε το ταίρι της και τα μικρά της, και τώρα τριγυρνά πονεμένη και ψάχνοντας για εκδίκηση.

Πρόκειται για ένα οικολογικό αριστούργημα που εμβαθύνει στον ανθρώπινο ψυχισμό αφενός του “άγριου” που τιμά και σέβεται την φύση που του επιτρέπει να ζει στην αγκαλιά της και αφετέρου του “πολιτισμένου” που δρα με την ψευδαίσθηση του “κυρίαρχου της πλάσης” και καταστρέφει ασυλλόγιστα απομυζώντας φυσικές πηγές.

Ο Λουίς Σεπούλβεδα άντλησε το θέμα αυτού του βιβλίου από τις διηγήσεις που άκουσε ζώντας ο ίδιος στη ζούγκλα της Αμαζονίας από ιθαγενείς. Είναι ένας θρήνος για την φύση που καταστρέφεται από τον άνθρωπο στο όνομα του πλουτισμού. Αν το καλοσκεφτείς, είναι ένας θρήνος για τον ίδιο τον άνθρωπο που ακόμη και σήμερα, τόσα χρόνια μετά την πρώτη έκδοση του βιβλίου (1993), ακόμα σκάβει τρύπες στον πάτο της βάρκας επί της οποίας επιβαίνει.

Διαβάζεται ευχάριστα, κυλάει γρήγορα, η μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη είναι πολύ καλή και κυκλοφορεί στην Ελλάδα από τις εκδόσεις opera. Συνιστάται ανεπιφύλακτα. 

Κώστας Μαζιώτης

απόσπασμα:

“Κοιτάξτε πάνω: έρχονται οι βροχές. Προσπαθήστε τώρα να φανταστείτε τι έγινε. Η θηλυκιά θα βγήκε να κυνηγήσει για να γεμίσει την κοιλιά της και να’χει γάλα για τις πρώτες βδομάδες των βροχών. Τα μικρά θήλαζαν ακόμα, κι έμεινε το αρσενικό να τα φυλάει. Έτσι γίνεται στα ζώα, κι έτσι πρέπει να τα αιφνιδίασε ο γκρίνγκο. Τώρα η θηλυκιά γυροφέρνει ξετρελαμένη από τον πόνο. Τώρα έχει βγει να κυνηγήσει άνθρωπο. Δε θα πρέπει να δυσκολεύτηκε να βρει τα ίχνη του γκρίνγκο. Τον ακολούθησε απ’ το γάλα που η μυρωδιά του είχε κολλήσει στον δυστυχισμένο σαν κατάρα. Έχει ήδη σκοτώσει έναν άνθρωπο. Ξέρει πια τι γεύση έχει το ανθρώπινο αίμα, γιατί το’χει δοκιμάσει, και για το μικρό της μυαλό όλοι οι άνθρωποι σκότωσαν τα παιδιά της…”